Νίκος Ράπτης

Το χρώμα του κλίματος

Πριν μερικά χρόνια, η Τράπεζα της Ελλάδας υπολόγισε πως η κλιματική αλλαγή θα κοστίσει στους Έλληνες 700 δις ευρώ έως το 2100. Αυτό είναι ένα πελώριο ποσό, δύο φορές όσο το συνολικό μας δημόσιο χρέος. Υπάρχουν όμως κι άλλοι αριθμοί προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα τι κόσμο προετοιμάζουμε για τα παιδιά και τα εγγόνια μας.
Σύμφωνα με την ομοσπονδιακή υπηρεσία περιβάλλοντος (UBA) της Γερμανίας, κάθε τόνος εκπεμπόμενου CO2 θα έχει προκαλέσει έως το 2100 οικονομική ζημιά ύψους 640€. Αλλά εμείς επιμένουμε να τιμολογούμε τα προϊόντα και τις υπηρεσίες μας αγνοώντας αυτό το κόστος. Με άλλα λόγια, στέλνουμε στα παιδιά και τα εγγόνια μας τον λογαριασμό για τη δική μας ρύπανση.
Αν δεν σφαλίζαμε τόσο αποτελεσματικά τα μάτια, θα ανακαλύπταμε πως ο πραγματικός κόσμος είναι πολύ διαφορετικός από ό,τι νομίζουμε. Σύμφωνα με τον γαλλικό διατροφικό οργανισμό nu3, για να εκτραφεί ένα αρνί, εκπέμπονται πολλά κιλά CO2: 35 για κάθε κιλό φαγώσιμο κρέας. Το περιβαλλοντικό του κόστος άρα είναι 20-25€ το κιλό. Η πραγματική τιμή του αρνίσιου κρέατος θα έπρεπε να είναι τετραπλάσια από όσο το πληρώνουμε! Ανάλογο είναι το οικονομικό κόστος σε όλα τα κτηνοτροφικά προϊόντα.
Αλλά δεν είναι μόνο η διατροφή. Όλος ο τρόπος ζωής μας είναι ρυπογόνος. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση, το 2017 κάθε Έλληνας εξέπεμψε 6 τόνους CO2. Ο τρόπος ζωής του καθένα και της καθεμιάς μας προκαλεί οικονομική ζημιά της τάξης των 4,000€ τον χρόνο. Μια τετραμελής οικογένεια θα έπρεπε να φορολογείται με 15-20,000€ τον χρόνο, προκειμένου να «σβήσει» το οικολογικό της αποτύπωμα.
Ξαναλέω πως αυτά τα λεφτά δεν «τα γλιτώνουμε». Απλά, στέλνουμε τον λογαριασμό στα παιδιά μας. Αυτά θα τα πληρώσουν σε ζημιές στα σπίτια, στις περιουσίες και στις υποδομές από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, σε πολέμους και αποσταθεροποίηση από τα εκατομμύρια (ή και δισεκατομμύρια) περιβαλλοντικούς πρόσφυγες, σε επιδημίες και άλλα προβλήματα υγείας, σε κατάρρευση της παραγωγικότητας του εδάφους, σε υποδομές για εξασφάλιση της ύδρευσης και της άρδευσης, σε αύξηση της τιμής των τροφίμων κ.λπ. Στην πραγματικότητα καταδικάζουμε τις επόμενες γενιές να δώσουν μάχη για το ψωμί τους πρώτα, για τη ζωή τους στη συνέχεια.
Η συλλογική μας απραξία έχει βέβαια και ταξικό πρόσημο: υπαγορεύεται ή/και βολεύει τους πολύ πλούσιους. Αν θέλαμε στα σοβαρά να πληρώσουμε τη ρύπανση που παράγουμε, θα χρειάζονταν κατακλυσμιαίες κοινωνικές αλλαγές και μεγάλη αναδιανομή του εισοδήματος. Πράγματι, εδώ και μερικές δεκαετίες, ουσιαστικά όλο το «λίπος» της ανάπτυξης καταλήγει στα «καζάνια» των πολύ πλούσιων. Σύμφωνα με την ελβετική επενδυτική τράπεζα Credit Suisse, το 1% των πλουσιότερων ανθρώπων στον κόσμο κατέχει πλέον πάνω από το 50% του παγκόσμιου πλούτου, ενώ το 70% των φτωχότερων λιγότερο από το 3%! Η ανισότητα έχει φθάσει να είναι μεγαλύτερη από οποτεδήποτε μετά τον μεσαίωνα. Μόνο οι πολύ πλούσιοι μπορούν να πληρώσουν την κλιματική προστασία της ανθρωπότητας κι αυτοί είναι εντελώς απρόθυμοι να το κάνουν. Προτιμάνε να μας ταΐζουν «πλουτολαϊκισμό»: να σαλπίζουν υπέρ της κατάργησης των περιβαλλοντικών φόρων, να μας καλούν να αποκρούσουμε τα καραβάνια με τους περιβαλλοντικούς πρόσφυγες, να αρνούνται πως υπάρχει κλιματική αλλαγή, να υπονομεύουν τις διεθνείς συνεργασίες (που θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν τη δύναμή τους), να προβάλλουν διαφόρουςαποδιοπομπαίους τράγους.
Η ανθρωπότητα μαθαίνει τελικά μόνο από την εμπειρία -κι αυτή δεν μας έχει κατασπαράξει ακόμα.
Του Νίκου Ράπτη – Εκπαιδευτικού
Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις
Ετικέτες