ΛΑΡΙΣΑΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ

Γάμοι στη Λάρισα του ’50: Μετράτε τις λίρες και μετά πάμε στην εκκλησία!

Έχουν περάσει μόλις μερικές δεκαετίες, άνθρωποι που τα έζησαν υπάρχουν ακόμη ανάμεσα μας και διηγούνται ιστορίες. Κι όμως… είναι τόσο διαφορετική η εποχή που κυριολεκτικά σοκάρουν τα ήθη, έθιμα και η λογική πάνω στην οποία τελούνταν οι γάμοι και κτίζονταν οι νέες οικογένειες στην Ελλάδα του ’40, του ’50, ακόμη και του ’60.

Ποιά ήταν τα κριτήρια για να φθάσει ένας άνδρας και μία γυναίκα στην εκκλησία; Λίγα έως ελάχιστα χωρίς να είναι υπερβολή να πούμε πως ήταν μόνον… ένα: η προίκα!

Σε μία κοινωνία όπου οι δύο μελλόνυμφοι δεν είχαν καμία σχέση μεταξύ τους, μπορεί να μην είχαν καν γνωριστεί νωρίτερα, το προξενιό μεταξύ των δύο οικογενειών γίνονταν με συνοπτικές – πλην ακριβείς – διαδικασίες. Εφόσον οι δύο οικογένειες συμφωνούσαν στο τίμημα, όλα τα άλλα έβρισκαν το δρόμο τους. Η προίκα που έπρεπε να δώσει η οικογένεια της νύφης στο γαμπρό ήταν τόσο ισχυρή που επισκίαζε ακόμη και τους πιο στενούς δεσμούς φιλίας μεταξύ οικογενειών. “Χωρίς αυτή δεν γίνονταν τίποτε. Γάμοι διαλύθηκαν ή αναβλήθηκαν για κάποιο διάστημα έως ότου καταφέρει ο πατέρας της νύφης να εξασφαλίσει τα μετρητά, δηλαδή τις λίρες με τις οποίες γίνονταν οι συναλλαγές μέχρι τη δεκαετία του ’60” εξηγεί στο onlarissa.gr ο εκδότης του Θεσσαλικού Ημερολογίου Κώστας Σπανός.

Ενδεικτικό της σπουδαιότητας που είχε η προίκα στα συνοικέσια της εποχής, είναι το ιστορικό παράδειγμα ενός γάμου στην περιοχή της Αγιάς τη δεκαετία του ’50, όπου οι συγγενείς του γαμπρού ανήμερα του γάμου, βρέθηκαν πρώτα στο σπίτι της νύφης για να διασφαλίσουν το ακέραιο του τιμήματος. “Μετράτε τις λίρες και μετά πάμε στην εκκλησία” ήταν η κουβέντα που ειπώθηκε και έμεινε για πάντα χαραγμένη στη μνήμη της 80χρονης – σήμερα – Ευαγγελίας.

ΓΕΡΟΝΤΟΠΑΛΙΚΑΡΑ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΤΗΣ ΑΔΕΡΦΗΣ!

Ένας άλλος άγραφος νόμος της εποχής, άρρηκτα συνδεδεμένος με το γάμο, ήταν η προϋπόθεση για κάποιον να έχει παντρέψει όλες τις αδελφές του, για να μπορέσει ο ίδιος να παντρευτεί. Αυτό εκ των πραγμάτων όμως, είχε ως αποτέλεσμα πολλά χωριά να γεμίσουν με δεκάδες – εκατοντάδες γεροντοπαλίκαρα.

Όπως εξηγεί στο onlarissa.gr ο κ. Σπανός “ήταν κυρίως έθιμο των βλαχόφωνων αλλά έχει επικρατήσει και σε όλους τους Θεσσαλούς. Πρώτα τα αδέλφια έπρεπε να παντρέψουν τις αδελφές και μετά να παντρευτούν τα αγόρια. Αυτό τηρούνταν μέχρι πριν από τριάντα – σαράντα χρόνια και ήταν ένας ισχυρότατος άγραφος νόμος.

Δυστυχώς όμως πολλοί έμεναν ανύπαντροι όχι μόνον επειδή δεν είχαν χρήματα για την προίκα της αδελφής, αλλά και για άλλους λόγους, όπως για παράδειγμα όταν η γραμματιζούμενη αδελφή δεν ήθελε να πάρει έναν βοσκό ή αν η αδελφή ήταν ερωτευμένη ή “ξεδιάλεγε” τους γαμπρούς για πολλά χρόνια.

Σκεφτείτε μόνον αν ο άνδρας ήταν το πρώτο παιδί και η αδελφή του δέκα χρόνια νεότερη, κάτι που συνηθίζονταν στις τότε πολυμελείς οικογένειες. Πόσο λέτε πως θα άντεχε ελεύθερος σε μία κοινωνία που ο σαραντάρης έμοιαζε με το σημερινό εξηντάρη;

ΟΙ ΤΡΟΦΑΝΤΕΣ ΕΙΧΑΝ ΤΙΣ… ΤΥΧΕΣ ΤΙΣ ΚΑΛΕΣ

Η 86χρονη σήμερα, κ. Αγγελική αρραβωνιάστηκε λίγους μήνες μετά το τέλος του αιματηρού ελληνικού εμφυλίου. Και θυμάται το πρότυπο γυναίκας που έκανε… “θραύση” εκείνη την εποχή. “Η γυναίκα έπρεπε να είναι τροφαντή και με κόκκινο χρώμα στα μάγουλά της, αλλιώς δεν την έπαιρνε κανείς…” λέει χαρακτηριστικά.

Η εξήγηση για την υιοθέτηση ενός προτύπου εκ διαμέτρου αντίθετο από το σημερινό, είναι κατά τον κ. Σπανό η εξής: “Η πεδινή Θεσσαλία υπέφερε από την ελονοσία και είναι επόμενο, όσοι ήταν προσβεβλημένοι από την αρρώστια να είναι χλωμοί στην όψη. Επομένως μία κοπέλα που έρχονταν από τα βουνά και που δεν είχε ελονοσία, είχε εντελώς διαφορετική όψη, είχε ρόδινα μάγουλα και ήταν συνήθως τροφαντή.

Τα δημοτικά τραγούδια σας θυμίζω εξάλλου, πως έχουν ως πρότυπο αυτή την γυναίκα, την στρογγυλεμένη με τα κόκκινα μάγουλα. Μία αδύνατη γυναίκα δε θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τις γεωργικές δουλειές που ήταν πολύ δύσκολες εκείνη την εποχή. Επίσης δε θα μπορούσε να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες της οικογένειες με πολλά παιδιά, πεθερικά, παππούδες, να πάει στα ζώα, να πλένει και να ζυμώνει. Ήταν η λεγόμενη ανδρογύναικα που μπορούσε να κάνει τα πάντα στην οικογένεια”.

ΤΟ “ΚΛΕΨΙΜΟ” ΚΑΙ Η ΑΠΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ

Τι συνέβαινε όμως όταν ένα νεαρό ζευγάρι ερωτεύονταν αλλά οι οικογένειές τους δε συναινούσαν σε έναν γάμο; Τότε ο γαμπρός μόνος του ή με τη συνδρομή συγγενών αναλάμβανε να “κλέψει” τη νύφη, δηλαδή να την “απαγάγει” από το πατρικό της σπίτι. Η μέθοδος αυτή έλαβε διαστάσεις μέχρι τη δεκαετία ακόμη και του ’70, καθώς όπως εξηγεί στο onlarissa.gr ο κ. Σπανός, “δημιουργούσε τετελεσμένο γεγονός γιατί πολύ δύσκολα ο πατέρας της νύφης θα την έπαιρνε πίσω στο σπίτι, όταν η κοινωνία θα γνώριζε ότι είχε φύγει. Θα επρόκειτο για σκάνδαλο”.

Βέβαια, αυτή είναι η θετική κατάληξη της παράτολμης αυτής προσπάθειας, καθώς υπήρχε και η άλλη, αιματηρή έκβαση. “Υπήρχαν περιπτώσεις όπου όταν η οικογένεια της κοπέλας ήταν ανωτέρου οικονομικού επιπέδου από τον γαμπρό, οι γονείς της δε συναινούσαν σε καμία περίπτωση να δώσουν την κόρη σε έναν παρακατιανό οικονομικά. Εάν γίνονταν η απαγωγή, αυτό που ακολουθούσε ήταν… χαλασμός, σκοτώνονταν στην κυριολεξία.

ΤΟ ΠΑΝΩΠΡΟΙΚΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΗ… ΠΑΡΘΕΝΕΣ!

Κάποιοι πιστεύουν πως σε τούτο το μάταιο κόσμο, όλα έχουν μία τιμή. Αυτό φαίνεται πως πίστευαν κάποιοι και στις παλαιότερες δεκαετίες, στις περιπτώσεις που η νύφη ήταν… ατιμασμένη. Όταν δηλαδή την πρώτη νύχτα του γάμου ο γαμπρός διαπίστωνε πως η σύζυγός του δεν ήταν παρθένα.

“Τότε, εξηγεί ο κ. Σπανός, μιλούσε ο γαμπρός με τον προξενητή και αυτός με τη σειρά του μετέφερε στον πατέρα πως η νύφη δεν ήταν τίμια, και προανήγγειλε πως θα τη γυρίσουν πίσω. Τις περισσότερες φορές, ο πατέρας της νύφης αντιπρότεινε στον προξενητή το λεγόμενο πανοπροίκι. Αν για παράδειγμα είχε δώσει προίκα 100 λίρες, έδινε άλλες 200 για να αποσοβήσει τον κοινωνικό εξευτελισμό.

Ρεπορτάζ: Απόστολος Ράιδος

Φωτό αρχείου

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις