Πολιτική κουζίναΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ
Ποιανού Λαρισαίου τις δικαστικές περιπέτειες αναλαμβάνει να υπερασπιστεί η Ζωή Κωνσταντοπούλου;

Όταν ο Χρήστος Σιδερόπουλος, ο Λαρισαίος αγροτοσυνδικαλιστής που θυμίζει ένδοξες εποχές μπλόκων και παλαιών αγροτικών ηγετών, βρέθηκε μπλεγμένος σε επεισόδια στον κόμβο της Νίκαιας, λίγοι περίμεναν ότι θα αποκτούσε υπερασπιστή με… προσωπικότητα μεγαλύτερη από την ίδια την υπόθεση. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, με ένα τηλεφώνημα που μοιάζει περισσότερο με προαναγγελία θεατρικού έργου, του ανακοίνωσε ότι θα αναλάβει την υπεράσπισή του.
Όσοι την ξέρουν καλά ξέρουν και τι σημαίνει αυτό. Η κ. Κωνσταντοπούλου δεν παίρνει δουλειά για να την κάνει «σιωπηρά». Η ίδια έχει αποδείξει ότι κάθε υπόθεση που αναλαμβάνει μετατρέπεται σε δημόσια παράσταση, με φωνές, αιχμηρά σχόλια και πλήρη εκμετάλλευση της δημοσιότητας. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ο Σιδερόπουλος δεν θα έχει απλώς έναν δικηγόρο — θα έχει μια προσωπική καταιγίδα με μικρόφωνο, προβολείς και πανηγυρικό πολιτικό αφήγημα.
Η εικόνα είναι σχεδόν κινηματογραφική. Για φανταστείτε: Ο παλιός αγροτοσυνδικαλιστής, κατηγορούμενος για χειροδικία, δίπλα στην πολιτικό που ποτέ δεν φοβάται τη σύγκρουση, έτοιμοι να μετατρέψουν τη δικαστική αίθουσα σε σάλο δημόσιας αντιπαράθεσης. Και όπως πάντα με την κ. Κωνσταντοπούλου, δεν θα μείνει κανείς αμέτοχος — είτε θα τη θαυμάσει για τη γενναιότητα και την εκρηκτικότητα, είτε θα αναρωτηθεί αν η υπόθεση έγινε μέσο τηλεοπτικής και πολιτικής προβολής.
Η υπόθεση Σιδερόπουλου, λοιπόν, μόλις απέκτησε αέρα «θεάτρου υψηλής έντασης», με πρωταγωνίστρια την πιο φλογερή πολιτικό της δημόσιας σφαίρας. Και όπως πάντα, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη νομική υπεράσπιση και το πολιτικό show θα είναι όσο λεπτή όσο ένα καλώδιο μικροφώνου στη σκηνή.
@@@@@@@@@@
Στην επιτροπή για τον «φραπέ» του ΟΠΕΚΕΠΕ, η κατάθεση του Γιώργου Ξυλούρη έμοιαζε περισσότερο με spin-off του «Κωνσταντίνου και Ελένης» παρά με κοινοβουλευτικό έλεγχο. Η ατμόσφαιρα θύμιζε απογευματινή ζώνη ιδιωτικού καναλιού. Ένταση, κατηγορίες, υπαινιγμοί και ένα μυστήριο τηλέφωνο που μοιάζει να έχει περισσότερους χρήστες απ’ ό,τι το Wi-Fi σε πανηγύρι.
Ο Βασίλης Κόκκαλης μπήκε στο ρόλο του ανακριτή με την ψυχραιμία λογιστή που μόλις ανακάλυψε ότι η απογραφή ζώων είναι λίγο πιο ευέλικτη από όσο προβλέπει η Κοινή Αγροτική Πολιτική. Στο πρώτο σετ ερωτήσεων, η διακύμανση από 1.700 σε 1.800 ζώα άφησε την αίσθηση ότι τα κοπάδια στην Κρήτη έχουν την κινητικότητα τηλεοπτικής μετοχής.
Στο δεύτερο σετ, με τον Αυγενάκη, ο Ξυλούρης περιέγραψε μια σκηνή που θα ζήλευε και το Netflix: Ο μάρτυρας πάει να δείξει χαρτιά, ο υπουργός τα ξεφυλλίζει, λέει «να τα δουν νομικοί», ο Ξυλούρης απαντά «θα πάω σε δικό μου δικηγόρο», ο Αυγενάκης κλείνει με ένα φιλοσοφικό «κάνε ό,τι νομίζεις». Αν υπήρχε και soundtrack, θα ήταν κάπου ανάμεσα σε ambient και «Παρά πέντε».
Και βέβαια, το απόγειο του σεναρίου ήταν το θρυλικό κινητό τηλέφωνο. Το 6944…, το οποίο, σύμφωνα με τον μάρτυρα, χρησιμοποιείται σαν κοινόχρηστο αντικείμενο σε κρητική παρέα. Τύπου «παιδιά, έχει σήμα; Πάρτε και μιλήστε». Κανείς δεν ξέρει ποιος μίλησε, ποιος βγήκε έξω, τι ειπώθηκε και γιατί ο «Γιώργος» είναι τόσο μυστήριο πρόσωπο που ο ίδιος ο άνθρωπος που έχει το τηλέφωνο επικαλείται το δικαίωμα της σιωπής για να μη μας αποκαλύψει τη συνέχεια του έργου.
Η επιτροπή και ο Λαρισαίος βουλευτής έφυγαν σοφότεροι: Έμαθαν ότι τα ζώα είναι σταθερά από το 2009, ότι οι νομικοί πάντα «θα τα δουν» χωρίς να τα δουν, και ότι σε κάποια μέρη της Ελλάδας το κινητό λειτουργεί με τη λογική «πάσα» σε αγώνα μπάσκετ. Το πολιτικό συμπέρασμα της ημέρας; Όταν μια υπόθεση ονομάζεται «φραπέ», να περιμένεις ότι η διαδικασία θα είναι πηχτή και με αφρό.
@@@@@@@@@@
Προσπαθώ να μη μεταφέρω αφιλτράριστες τις πληροφορίες στη στήλη, ωστόσο αυτή που έπιασαν οι «κεραίες» μου τη βδομάδα που μας πέρασε είναι εξόχως ερεθιστική: Μιλά για μία συνομιλία που δεν έχει δει ακόμη το φως της δημοσιότητας, όπου πασίγνωστος από τον κάμπο όχι απλά ζητά ρουσφέτι, αλλά μιλά και με… νούμερα αξιώνοντας μεγαλύτερο ποσό για συγκεκριμένο άτομο! Αν επιβεβαιωθεί και σκάσει στην επόμενη παρτίδα των αποκαλύψεων για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, τότε θα μιλάμε για τη μεγαλύτερη «βόμβα» που έχει σκάσει μέχρι στιγμής. Μεγαλύτερη και από τα ρουσφετάκια του καλοκαιρού…
@@@@@@@@@@
Αν νομίζατε ότι η επόμενη μεγάλη ενεργειακή καινοτομία θα έρθει από κάποιο ερευνητικό κέντρο, ένα πανεπιστήμιο ή έστω από κανέναν λογαριασμό της ΔΕΗ που θα φωτίσει ξαφνικά τα μάτια σας, κάνετε λάθος. Η πραγματική πρωτοπορία κρυβόταν –πού αλλού– σε ένα ασφαλειοκιβώτιο χαμηλής τάσης στον Αμπελώνα.
Ο πρόεδρος του ΤΟΕΒ «Μάτι Τυρνάβου», σύμφωνα με το κατηγορητήριο, φέρεται να εμπνεύστηκε μια νέα, εναλλακτική μέθοδο «ενεργειακής εξάλειψης χρέους»:
Αν δεν σου δίνουν ρεύμα… το ξαναβάζεις μόνος σου.
Κάτι μεταξύ DIY ηλεκτροδότησης και «Survivor: Θεσσαλικός Κάμπος».
Η ΔΕΔΔΗΕ, από την άλλη, μάλλον ένιωσε ότι συμμετέχει άθελά της σε real-life escape room:
– «Ποιος επανέφερε το ρεύμα ενώ το είχαμε κόψει; Βρείτε τον ένοχο πριν ξαναποτίσει άλλος χωρίς σύμβαση!»
Και μέσα σε όλα αυτά, το ποσό της «αφαιρεθείσας ηλεκτρικής ενέργειας» άγγιξε, σύμφωνα με το Δικαστήριο στη Λάρισα, περίπου τα 167.000 ευρώ. Ένα ποσό που ακούγεται σαν λογαριασμός κλιματιστικού σε ελληνικό καύσωνα, αλλά στην πραγματικότητα είναι το επιπλέον χρέος που προστέθηκε.
Το συνολικό χρέος του Οργανισμού; 3 εκατομμύρια ευρώ.
Όχι απλά «φούσκωσε», το χρέος έκανε όλα τα στάδια ενός μπαλονιού: Φούσκωσε, πέταξε και προσγειώθηκε στο Εφετείο.
Εκεί, το Δικαστήριο δεν εντυπωσιάστηκε από τις εξηγήσεις περί οικονομικής ασφυξίας και αγροτικών αναγκών. Αναγνώρισε ελαφρυντικό, ναι, αλλά τελικά επέβαλε 5 χρόνια κάθειρξη και 10.000 ευρώ πρόστιμο στον πρόεδρο, που στην απολογία του δεν δέχτηκε καμία από τις κατηγορίες και δήλωσε ότι δεν έκανε εκείνος τις επανασυνδέσεις.
Αν μη τι άλλο, η υπόθεση αποδεικνύει ότι το ελληνικό καλοκαίρι έχει τρία σταθερά πράγματα: τη ζέστη, τα κουνούπια και τις παράνομες επανασυνδέσεις που οδηγούν σε ιστορίες όπου ο ένας ρίχνει το φταίξιμο στον άλλον. Στο τέλος της ημέρας, το μόνο σίγουρο είναι πως το «Μάτι Τυρνάβου» είδε πολλά… Ίσως περισσότερα watt απ’ όσα έπρεπε.
@@@@@@@@@@
Στη Θεσσαλία έχουμε επισήμως νέο… μετεωρολογικό φαινόμενο: Το «beef – Daniel edition». Απ’ τη μια ο περιφερειάρχης Δημήτρης Κουρέτας, που δηλώνει ότι «η Λάρισα 20 χρόνια δεν έχει master plan» αντιπλημμυρικής προστασίας. Από την άλλη, ο τέως δήμαρχος Κώστας Τζανακούλης, που όχι μόνο διαφωνεί, αλλά γυρνάει και το ημερολόγιο πίσω στο 1998, ξεδιπλώνοντας ιστορία, μελέτες, υπουργούς, Ρώμες, Σουφλιάδες, Λαλιώτες και ολόκληρη την υδραυλική διαδρομή του Πηνειού.
Αν κάποιος διάβαζε απ’ έξω την επιστολή του, θα νόμιζε πως ο άνθρωπος έστησε μόνος του φράγμα με τα χέρια, τα τσουβαλάκια με άμμο και μια μεζούρα.
Διότι ο τέως δήμαρχος τα θυμάται όλα: Από τις πλημμύρες στους Αμπελόκηπους μέχρι το ποια εταιρεία από την Πάτρα κέρδισε τον διαγωνισμό. Αν υπήρχε κουίζ «Θυμάσαι το πρακτικό 259/1980;», ο Τζανακούλης θα ήταν μόνιμος πρωταθλητής.
Και βέβαια, με μια διακριτική… «καρφίτσα» προς τον νυν περιφερειάρχη, λέει περίπου: «Αν θέλει να βελτιώσει κάτι, καλώς. Αλλά εμείς τα κάναμε. Όλα. Ή σχεδόν όλα. Απλώς δεν τα έχετε διαβάσει.»
Κάπως έτσι, ο Κουρέτας μιλά για «ντροπή 20 χρόνων χωρίς master plan», ενώ ο Τζανακούλης απαντά με ένα υδρολογικό έπος που εκτείνεται από το 1998 έως το 2009 – και αν χρειαζόταν, θα το τραβούσε και μέχρι τους Γαλεάτες.
Το πολιτικό συμπέρασμα; Στη Λάρισα, όταν ανεβαίνει η στάθμη του Πηνειού, ανεβαίνουν και οι τόνοι. Και τελικά, με τόσες μελέτες, έργα, εγκρίσεις, πρακτικά και βιβλία, ένα πράγμα μένει σταθερό: Κάθε φορά που βρέχει, δεν πλημμυρίζουν μόνο οι δρόμοι. Πλημμυρίζει και η δημόσια αντιπαράθεση.
O Chef
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις





