ΛΑΡΙΣΑΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ

Το χωριό της Λάρισας που απλώνεται σαν ξεχασμένο πετράδι και μετρά μόλις δυο ψυχές και ο οικισμός με σπίτια που μοιάζουν να έχουν στεγνώσει (φωτο)  

Στις παρυφές του Αργυροπουλίου Τυρνάβου, εκεί όπου η γη αρχίζει να σηκώνεται διστακτικά προς τον Κάτω Όλυμπο, υπάρχουν δυο μικροί τόποι που μοιάζουν περισσότερο με αναμνήσεις παρά με χωριά αυτά είναι το Άνω Αργυροπούλι και το Βοτανοχώρι. Είναι οι δύο σιωπηλές ανάσες του μεγάλου χωριού, δύο καρδιές που χτυπούν αχνά, μέσα σε μια αγκαλιά χρόνων, πέτρας και λησμονιάς. Όποιος ανέβει προς τα πάνω, αφήνοντας πίσω του την πεδιάδα, νομίζει πως περνά σε άλλη εποχή μια εποχή όπου ακόμη και ο άνεμος έχει έναν ήχο πιο παλιό, πιο ανθρώπινο, σαν να κουβαλάει πάνω του τις φωνές όσων έζησαν εκεί.

Το Άνω Αργυροπούλι, κουρνιασμένο στα 420 μέτρα, στέκει σαν άγρυπνος φρουρός πάνω από το μητρικό του χωριό. Μικρό, ημιορεινό, με σπίτια που μοιάζουν να έχουν στεγνώσει από τον πολύ χειμώνα και τα λίγα χέρια που τα φρόντιζαν. Εχει το βλέμμα στραμμένο προς τον κάμπο, σαν να απορεί ακόμη πώς οι άνθρωποί του διάλεξαν να κατέβουν χαμηλότερα, να βρουν νερό, δουλειά, ζωή. Κι όμως, στα σοκάκια του, όσο κι αν αραίωσε το βήμα, η πέτρα ακόμη θυμάται. Θυμάται αγροτικές φωνές, κουδούνια από κοπάδια που ανέβαιναν για βοσκή, παιδικά γέλια που χανόντουσαν πίσω από τις ξερολιθιές. Θυμάται τα καλοκαίρια που μοσχοβολούσαν ρίγανη και τα χειμωνιάτικα δειλινά που μαζευόταν ο κόσμος γύρω από σόμπες και τζάκια, σαν μια παράξενη οικογένεια δεμένη με νήμα αόρατο. Το Άνω Αργυροπούλι είναι ένα χωριό που δεν παραπονιέται μόνο σιωπά. Μα η σιωπή του είναι γεμάτη ψυχές.

Κι ακόμη πιο ψηλά, στα 580 μέτρα, το Βοτανοχώρι παλιά Γκουρτζιόβαλι απλώνεται σαν ξεχασμένο πετράδι μέσα στην οροσειρά της Μελούνας. Ερημικό πια, μετρώντας μόλις δύο ψυχές στην απογραφή, μοιάζει με τόπο που ξέμεινε από χρόνο ενώ ο κόσμος προχώρησε. Κι όμως, τα χαλάσματα, οι πόρτες που μισάνοιξαν και δεν ξαναέκλεισαν ποτέ, οι αυλές που γέμισαν βάτα, όλα μαρτυρούν πως κάποτε εδώ υπήρχε πλήθος. Φωνές, γιορτές, στάνες, μαστόροι, λάσπη και ιδρώτας, ακμή που τώρα ανασαίνει μονάχα μέσα στο χώμα. Στην κορυφή, οι καζάρμες και οι πολεμίστρες, παράξενα θλιμμένες, θυμίζουν πως το χωριό δεν υπήρξε ποτέ μόνο του μα στάθηκε κάποτε σύνορο, πέρασμα, τόπος όπου άνθρωποι θυσιάστηκαν για να μπορεί σήμερα ο αέρας να κυλά χωρίς φόβο. Εκεί πάνω, ακόμη και τώρα, όταν φυσάει δυνατά, ο άνεμος κάνει έναν ήχο σαν κλαγγή παλιών όπλων όχι για να φοβίσει, μα για να θυμίσει.

Οι δύο αυτοί οικισμοί είναι σαν τις βαθιές ρίζες του Αργυροπουλίου. Μπορεί οι άνθρωποι να έφυγαν, μπορεί να κατέβηκαν χρόνια πριν πιο χαμηλά, να άφησαν πίσω τους σπίτια και αναμνήσεις, όμως τίποτε δεν χάθηκε πραγματικά. Γιατί ακόμη κι αν στις αυλές δεν ακούγεται πια βήμα, το χώμα κρατάει το αποτύπωμά τους. Κι ακόμη κι αν οι καμινάδες δεν καπνίζουν, οι πέτρες ζεσταίνονται κάθε απόγευμα από έναν ήλιο που μοιάζει να τις θυμάται.

Στο Αργυροπούλι, όταν φυσάει ο αέρας από το βουνό, κατεβαίνει φορτωμένος με μυρωδιές από τα απόμακρα εκείνα σπιτικά μια στάλα καμένου ξύλου, λίγη αγριάδα από το θυμάρι, λίγη μελαγχολία από το πέτρινο παρελθόν. Είναι σαν οι δύο οικισμοί να ψιθυρίζουν ακόμη στο μεγάλο χωριό όχι παράπονο, αλλά μια γλυκιά υπενθύμιση πως η ιστορία του δεν γράφτηκε μόνο στον κάμπο αλλά και ψηλά, εκεί που ο αέρας καθαρίζει τις μνήμες και τις αφήνει να λάμπουν.

Το Άνω Αργυροπούλι και το Βοτανοχώρι δεν είναι πια τόποι κατοικήσιμοι είναι τόποι συναισθηματικοί. Είναι τα βλέφαρα του Αργυροπουλίου, που κοιτούν άλλοτε προς τον ουρανό κι άλλοτε προς τα μέσα, στο ίδιο του το παρελθόν. Κι ίσως, τελικά, αυτό τους κάνει τόσο πολύτιμους είναι ότι δεν ζητούν τίποτε, δεν διεκδικούν τίποτε, παρά μόνο να υπάρχουν, να στέκουν σαν ζωντανά ερείπια μιας εποχής όπου ο άνθρωπος ήταν πιο δεμένος με το βουνό, με τη γη, με το αληθινό νόημα της ζωής.

Κι αν σταθείς μια στιγμή, εκεί ανάμεσα στις δυο αυτές σιωπές, θα νιώσεις κάτι παράξενο πως δεν είσαι μόνος. Πως κάτω από κάθε πέτρα υπάρχει ένα χνάρι, μια ιστορία, μια μικρή σπίθα που δεν έσβησε ποτέ. Και τότε ίσως καταλάβεις ότι οι τόποι αυτοί, έστω σχεδόν άδειοι, παραμένουν πιο γεμάτοι από πολλούς ζωντανούς. Ίσως γιατί κουβαλούν όχι τη σημερινή βουή, αλλά τη μυστική, πανάρχαιη καρδιά της γης που δεν σταμάτησε ποτέ να χτυπά.

Πηγή: Σκιές και Ψίθυροι 

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις
Ετικέτες