Εύη Μποτσαροπούλου

Το φαινόμενο Κουρέτα είναι parasocial; Η λέξη της χρονιάς για το 2025 του Cambridge Dictionary και ο Περιφερειάρχης Θεσσαλίας

Το Cambridge Dictionary πρόσθεσε φέτος περίπου 6.000 νέες λέξεις. Και έδωσε στη δημοσιότητα την προηγούμενη εβδομάδα τη λέξη της χρονιάς για το 2025.

Πάντα με εντυπωσίαζε αυτή η διαδικασία προς τα τέλη κάθε χρονιάς. Αφενός ο αριθμός των νέων λέξεων – είναι δυνατόν να χρειάστηκε να δημιουργήσουμε 6.000 νέες λέξεις για να συνεννοηθούμε μεταξύ μας μόλις μέσα σε μία χρονιά; Τόσο δυναμική είναι η γλώσσα, με ό,τι τη διαμορφώνει, και τόσο πολύ σύνθετη είναι η πραγματικότητα που απαιτεί την επινόηση νέων λέξεων για να παρακολουθήσει, εξηγήσει και ερμηνεύσει την επικαιρότητα; Προφανώς ναι. Αφετέρου, αυτή η μία λέξη που επιλέγεται ως λέξη της χρονιάς πόσους συμβολισμούς εμπεριέχει και πόσα λανθάνοντα μηνύματα εκπέμπει; Προφανώς πολλά. Κάτι σαν ολόκληρη η φιλοσοφία της πολιτιστικής διπλωματίας να γίνεται γλωσσολογική και να συμπυκνώνεται σε μια και μόνο λέξη.

Parasocial. Αυτή είναι η λέξη του λεξικού του Κέιμπριτζ για το 2025.

«Το parasocial αποτυπώνει το πνεύμα της εποχής για το 2025», ανέφερε ο Colin McIntosh, επιμελητής του Cambridge Dictionary. Ο όρος περιγράφει «τη σύνδεση που αισθάνεται κάποιος με έναν διάσημο άνθρωπο τον οποίο στην πραγματικότητα δεν γνωρίζει»· στην εποχή του διαδικτύου, των social media και πλέον της τεχνητής νοημοσύνης, τέτοιοι μονομερείς δεσμοί έχουν πολλαπλασιαστεί, μετατρέποντας έναν ακαδημαϊκό όρο σε ευρέως διαδεδομένο φαινόμενο.

Τελικά, η λέξη δεν είναι καινούργια. Όπως ήταν το «μετακανονικότητα» (post-normality) την εποχή της πανδημίας του Covid ή το «πολυκρίση» (polycrisis) πρόπερσι. Απογοητεύτηκα λίγο.

Ο όρος parasocial εμφανίστηκε για πρώτη φορά το μακρινό 1956, όταν οι κοινωνιολόγοι Donald Horton και Richard Wohl του Πανεπιστημίου του Σικάγο παρατήρησαν ότι τηλεθεατές ανέπτυσσαν «παρα-κοινωνικές» σχέσεις με τηλεοπτικά πρόσωπα, σαν να επρόκειτο για μέλη της οικογένειας ή στενούς φίλους, χωρίς καμία μορφή αμοιβαιότητας. Αμέσως μου ήρθε στο μυαλό η γιαγιά μου. Τη δεκαετία του 1980. Να απαντάει πάντα καλησπέρα σας και τα συναφή όταν ξεκινούσε το δελτίο ειδήσεων. Γελούσαμε και της το εξηγούσαμε, αλλά εκείνη ήταν ανένδοτη… «Με χαιρετάει ο άνθρωπος, να μην του απαντήσω; Τι αγένεια είναι αυτή;» Για τον παρουσιαστή του δελτίου μιλούσε…

Τώρα είμαστε στο 2025.

Ο όρος parasocial παίρνει ακόμη πιο έντονη διάσταση όταν συνδέεται με πολιτικά πρόσωπα. Ούτε αυτή η σύνδεση είναι καινούργια. Έχει ασχοληθεί εδώ και χρόνια η επιστημονική κοινότητα, έχουν γραφτεί μελέτες και μελέτες, όπως αυτή του Χάρβαρντ ή αυτή της  Rebecca Tukachinsky Forster “The Oxford Handbook ofParasocial Experiences”.

Όσο διάβαζα για αυτές τις σχέσεις που βασίζονται σε μια ψευδαίσθηση οικειότητας όπου το κοινό αισθάνεται προσωπικά συνδεδεμένο με έναν πολιτικό, κάτι που μπορεί να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις προθέσεις ψήφου, την υποστήριξη των υποψηφίων και την πολιτική αφοσίωση, αντικαθιστώντας μερικές φορές τη λήψη αποφάσεων που βασίζονται σε πολιτικές με την προσωπική προβολή και προσωπικότητα, τόσο κάτι μου ξένιζε. Όσον αφορά στην δική μας πραγματικότητα. Επί παραδείγματι ελληνικής πολιτικής σκηνής.

Άρχισα να σκέφτομαι τα social του Δημήτρη Κουρέτα, Περιφεριάρχη Θεσσαλίας. Στην προσωπική του σελίδα στο Facebook έχει 39 χιλιάδες ακόλουθους. Οι αναρτήσεις του έχουν μια μέγιστη δυναμική που αγγίζει τα 7.000 likes, τις 400 κοινοποιήσεις και άλλα τόσα περίπου σχόλια. Εκτός από τους αριθμούς, αυτό που τραβάει την προσοχή είναι το είδος των σχολίων. Στην πλειοψηφία τους είναι θετικά και πολύ άμεσα. Κυρίως αυτό. Σαν να απευθύνεται ο κόσμος σε κάποιον φίλο, σε κάποιον που γνωρίζει προσωπικά, σε κάποιον που σέβεται. Έχει καιρό που  τραβά την προσοχή μου αυτή εμπλοκή, η συναισθηματική, το engagement. Μάλλον είναι το parasocial φαινόμενο εξαιτίας του οποίου το Κέιμπριτζ επέλεξε τη λέξη…

Ε και; Τα περισσότερα πολικά πρόσωπα χρησιμοποιούν τα social. Ολόκληρες επικοινωνιακές καμπάνιες χτίζονται πάνω στην έρευνα για τις παρακοινωνικές σχέσεις (PSRs).

Ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα. Θα μπορούσες να τον χαρακτηρίσεις πρότυπο σύγχρονου νέου πολιτικού άνδρα της ψηφιακής εποχής. Είναι τόσο όσο άμεσος, καθημερινός και πολιτικά ορθός. Είναι αυτό που λέμε cool. Επιμελώς επιτηδευμένα ανεπιτήδευτος… Θα κάνει λίγο χιούμορ, θα εντάξει στο λόγο του μη λόγιες εκφράσεις, θα μιλήσει λίγο προσωπικά, λίγο νεανικά και στο πλαίσιο αυτό θα ακολουθήσει ο πολιτικός λόγος. Τόσο όσο.

Ο Κουρέτας πάλι είναι κάτι άλλο. Σε καμία περίπτωση τόσο όσο. Είναι πολύ. Είναι κάτι πιο ακατέργαστο, πιο ευθύ, πιο οικείο. Πιο ατελές. Θα γράψει όπως μιλάει, θα κάνει συντακτικά λάθη εκ παραδρομής και δεν θα μπει στη διαδικασία να τα διορθώσει. Θα μιλήσει για «ασόβαρα» πράγματα και πολιτικές. Θα πει ότι «δεν αστειεύομαι, θα γίνει πόλεμος». Θα μιλήσει για γκαρσόνια, για δάχτυλα που έχουν στραβώσει από το άρμεγμα. Θα γράψει διάφορες, άσχετες με την ιδιότητα του περιφερειάρχη, ιστορίες. Προσωπικές και μη. Θα εκτεθεί. Ίσως αυτή είναι η διαφορά τελικά. Η ανοχή του στην έκθεση. Και ότι παρουσιάζεται ατελής. Και αυτό μάλλον γοητεύει. Βέβαια, υπάρχει πίσω του η σωσίβια λέμβος της ακαδημαϊκής του μόρφωσης και εμπειρίας. Κανείς δεν αμφισβητεί το επίπεδό του. Και αυτό τον νομιμοποιεί να μην διστάζει να τσαλακωθεί, να είναι ο εαυτός του.

Και αυτό επικοινωνιακό καταλήγει να είναι, ανεξαρτήτως του ποσοστού της αρχικής ειλικρινούς πρόθεσης. Έτσι γίνεται με τα δημόσια πρόσωπα και δη με τους πολιτικούς. Απλά, μέσα σε αυτή τη διαδικασία, εμπλέκει συναισθηματικά με το πρόσωπο του όλο και περισσότερο κοινό, το οποίο δεν διστάζει να εκτεθεί από την πλευρά του. Να ταυτιστεί. Να εμπνευστεί. Με αυτόν τον άνθρωπο με τις άσπρες του τιραντέ φανέλες που διαγράφονται από τα λευκά πουκάμισα, με τα γιλέκα. Που όταν κάποιος του γράψει ένα επιθετικό σχόλιο θα απαντήσει. «Γιατί ρε φίλε…» θα του πει. Και θα σπάσει τον κώδικα της «παρακοινωνικής σχέσης».

Η είδηση δεν είναι ο Κουρέτας. Η είδηση είναι ότι ο κόσμος φαίνεται να αποζητά μια τέτοια προσωπικότητα. Και αυτό χρήζει κοινωνιολογικής και πολιτικής ανάλυσης. Γιατί κάτι περίεργο φαίνεται να συμβαίνει στον Έλληνα. Μπορεί να άρχισε να επιθυμεί πολιτικές προσωπικότητες του παρελθόντος, να έχει ανάγκη από ανθρώπους με συναισθηματική ηγετική ικανότητα. Μπορεί στο πρόσωπό του να ψάχνει να καλύψει το κενό της κεντροαριστερής αντιπολίτευσης. Μπορεί να του αρέσει το μη αναμενόμενο προφίλ…

Θεωρητικά, οι προοδευτικοί ψηφοφόροι αναζητούν ηγέτες που ενσαρκώνουν ιδανικά και όχι ταυτότητες. Δίνουν προτεραιότητα στην ικανότητα, την ισότητα και την συστημική αλλαγή, αλλά αυτές οι αξίες δεν μεταφράζονται πάντα σε συναισθηματικά ηγετική ικανότητα.

Ε, στην περίπτωση που εξετάζουμε αυτό τελικά συλλειτουργεί. Τουλάχιστον προς το παρόν.

Εύη Μποτσαροπούλου

 

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις
Ετικέτες