ΛΑΡΙΣΑΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ
Το παράδοξο της… ευλογιάς: Τα κοπάδια αποδεκατίστηκαν, το γάλα έμεινε ίδιο! – Τι λέει Λαρισαία τυροκόμος

Λόγω της επιδημίας της ευλογιάς στα αιγοπρόβατα, έχουν ήδη θανατωθεί 417.000 ζώα. Ωστόσο, η παραγωγή γάλακτος, αντί να μειωθεί αναλόγως, εμφανίζεται φέτος ελαφρώς αυξημένη. Οφείλεται το παράδοξο σε αδήλωτες εισαγωγές από τα Βαλκάνια; Και τι σημαίνει αυτό για τη φέτα ΠΟΠ;
Η φωνή του Απόστολου Πρεμέτη σπάει όταν μιλάει για τα ζώα που έχασε στην ευλογιά. «Είχα 400 πρόβατα. Ενημέρωσα αμέσως για το πρώτο κρούσμα. Μέχρι να έρθουν για αυτοψία, έχασα 40 ζώα. Μετά θανάτωσαν και τα υπόλοιπα, να, εδώ μπροστά», λέει. Τον ακολουθούμε στο έρημο ποιμνιοστάσιο στον Αλμυρό Βόλου, ανάμεσα στις άδειες ταΐστρες των προβάτων και τα αραχνιασμένα αρμεκτήρια. «Είναι μια καταστροφή», λέει ο κ. Πρεμέτης, που θυμάται μια ζωή τον εαυτό του στα πρόβατα. Κι ύστερα η κουβέντα γυρίζει ξανά στη θανάτωση του κοπαδιού του. «Είναι πολύ σκληρό, είδα προβατίνες να γεννούν από τον φόβο τους, στιγμές πριν θανατωθούν. Απορώ πώς δεν πέθανα κι εγώ εκείνη τη μέρα».
Το πλήγμα
Σε ακτίνα δέκα χιλιομέτρων γύρω από τον Αλμυρό υπήρχαν 30 μονάδες με αιγοπρόβατα. Σήμερα έχουν μείνει ανέγγιχτες από την ευλογιά μόλις οι πέντε. Η ευλογιά θερίζει τη Θεσσαλία, μία από τις σημαντικότερες περιφέρειες για την παραγωγή πρόβειου γάλακτος και τη φέτα ΠΟΠ. Δεκαπέντε μήνες μετά το πρώτο κρούσμα της νόσου στην Ελλάδα, έχουν θανατωθεί συνολικά 417.00 ζώα – τα 160.000 εξ αυτών στη Θεσσαλία. Ο περιφερειάρχης Δημήτρης Κουρέτας αναφέρει στην «Καθημερινή» ότι η Θεσσαλία χάνει 500 εκατ. ευρώ από το ετήσιο ΑΕΠ της – αριθμό που ο ίδιος υπολογίζει στο ένα τρίτο της αγροτοκτηνοτροφικής οικονομίας του Κάμπου.
Οι κτηνοτρόφοι θρηνούν για τα χαμένα τους κοπάδια, όμως μετά την απώλεια του ζωικού κεφαλαίου και το βαρύ ψυχολογικό φορτίο, η επόμενη ημέρα για το πρόβειο γάλα και τη φέτα δεν θα είναι εύκολη. Η Χριστίνα Ονάσογλου διοικεί ένα από τα παλαιότερα τοπικά τυροκομεία έξω από τη Λάρισα, το οποίο παράγει αποκλειστικά φέτα. Η ίδια εξηγεί ότι η εκτροφή αιγοπροβάτων είναι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Ελλάδας, όμως δεν στηρίζεται ούτε προστατεύεται όπως θα έπρεπε. «Η ελληνική παραγωγή φέτας υπολογίζεται στους 140.000 τόνους. Οι 97.000 τόνοι εξάγονται –οι 80.000 εξ αυτών σε ευρωπαϊκές χώρες– και επιπλέον το 40% της ελληνικής φέτας παράγεται στη Θεσσαλία», λέει. «Αν υπολογιστεί το γάλα που χάθηκε επί της ποσότητας των περιοχών παραγωγής φέτας κι όχι στο σύνολο της χώρας, προκύπτει ότι χάσαμε το 10%-14% του γάλακτος για την παραγωγή φέτας. Αυτό σημαίνει ότι για τα μικρά τυροκομεία υπάρχει θέμα πρώτης ύλης».
Τις τελευταίες εβδομάδες τους κτηνοτρόφους στον Κάμπο της Θεσσαλίας απασχολεί ένα αριθμητικό παράδοξο. Το πρώτο κρούσμα ευλογιάς στην Ελλάδα καταγράφηκε τον Αύγουστο του 2024. Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΛΓΟ «Δήμητρα», το οκτάμηνο της ίδιας χρονιάς (Ιανουάριος – Αύγουστος 2024), όταν δεν υπήρχε η νόσος στην Ελλάδα, φαίνεται ότι παραδόθηκαν συνολικά 613.405 τόνοι πρόβειου γάλακτος σε όλη τη χώρα. Την ίδια περίοδο φέτος (Ιανουάριος – Αύγουστος 2025), δηλαδή την περίοδο έξαρσης της νόσου, παραδόθηκαν 615.523 τόνοι. Τα στοιχεία για το ίδιο οκτάμηνο στην εφαρμογή imilk Elgo έχουν μικρές αποκλίσεις, όμως οι αριθμοί είναι αντίστοιχοι. Η ποσότητα γάλακτος που θα καταγραφεί στο τέλος του 2025 δεν μπορεί να προβλεφθεί, πάντως συγκρίνοντας τους μήνες με τη μεγαλύτερη γαλακτοπαραγωγή –Μάρτιος, Απρίλιος, Μάιος– προκύπτει ότι οι φάρμες του πρόβειου γάλακτος απέδωσαν καλύτερα τη χρονιά της ευλογιάς.
«Φαίνεται ότι υπάρχει νοθεία, όπως είχαμε καταγγείλει τα προηγούμενα χρόνια για τη φέτα», λέει στην «Καθημερινή» ο Δημήτρης Μόσχος, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας. Οι παραδόσεις του γάλακτος καταγράφονται με βάση τα τιμολόγια που το συνοδεύουν. Κτηνοτρόφοι είπαν στην «Κ» ότι οι ίδιοι δεν έχουν λόγο να «φουσκώσουν» τα τιμολόγια, διότι η συνδεδεμένη επιδότηση για το πρόβειο γάλα απαιτεί ελάχιστη παραγωγή 100 κιλών τον χρόνο για κάθε ζώο. Η μέση παραγωγή των προβάτων στις ελληνικές φάρμες φτάνει τα 300 κιλά τον χρόνο, επομένως το όριο καλύπτεται εύκολα. Τρεις διαφορετικοί κτηνοτρόφοι στη Λάρισα που μίλησαν στην «Κ» υπό τον όρο της ανωνυμίας, έδειξαν προς τις μεγάλες μονάδες γαλακτοκομικών προϊόντων.
Κοινό μυστικό
Στα χωριά του Κάμπου της Θεσσαλίας θεωρείται περίπου κοινή πεποίθηση ότι γίνονται εισαγωγές γάλακτος από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία κάτω από τα ραντάρ των αρμόδιων υπηρεσιών. Η μέση τιμή για τον παραγωγό στο πρόβειο γάλα διαμορφώνεται σήμερα στο 1,60 ευρώ/κιλό – το άγραφο εισαγόμενο φέρεται να είναι μόλις στο 1,20 ευρώ/κιλό. Το ξένο γάλα, λένε παραγωγοί στον Κάμπο, χρεώνεται σε συγκεκριμένους κτηνοτρόφους ή συνεταιρισμούς, οι οποίοι ελέγχονται από μεγάλες εταιρείες και φέρεται να συμψηφίζεται κατά περίπτωση στα χαρτιά με την εικονική αναγραφή τιμής και ποσότητας. Δεν επιβεβαιώνεται ότι το γάλα μεταφέρεται σε παγοκολόνες, όπως περιγράφεται ότι συνέβαινε παλαιότερα.
Ο Χρήστος Αποστολόπουλος, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ), λέει στην «Καθημερινή» ότι υπάρχουν τυροκομεία που αντιμετωπίζουν προβλήματα με τη ζήτηση στην πρώτη ύλη. Ο ίδιος αποδίδει τα στοιχεία Ελγο-δήμητρα στη μικρή αύξηση του ζωικού κεφαλαίου κατά την τρέχουσα χρονιά, κι επίσης αναφέρει ότι οι θανατώσεις αιγοπροβάτων λόγω της νόσου της ευλογιάς αντιστοιχούν σε ένα μικρό ποσοστό επί του συνολικού πληθυσμού τους. Εκτιμάται ότι τα 417.000 ζώα που έχουν θανατωθεί έως σήμερα αποτελούν το 4%-5% του ζωικού κεφαλαίου των αιγοπροβάτων της χώρας. Το πρόβλημα είναι ότι κανείς δεν μπορεί να δηλώσει με βεβαιότητα τον πραγματικό αριθμό των αιγοπροβάτων στην Ελλάδα, όπως αποκαλύπτεται γλαφυρά στην υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Μια λογική εξήγηση στο παράδοξο των αριθμών είναι ότι πρόβατα έχουν αντικατασταθεί με εισαγόμενα υψηλότερης γαλακτοπαραγωγής, επομένως η χρονιά έδωσε περισσότερο γάλα σε ποσότητα, αλλά χαμηλότερης λιποπεριεκτικότητας – αυτό σημαίνει ότι δεν παίρνεις την αντίστοιχη αύξηση σε ποσότητα τυριού. Αναφορικά με τις καταγγελίες για το εισαγόμενο γάλα, ο κ. Αποστολόπουλος σχολιάζει: «Μετά τον θόρυβο που είχε ξεσπάσει πέρυσι για τη νοθεία στη φέτα, πιστεύω ότι κάποιος θα πρέπει να το σκεφτεί δέκα φορές καλύτερα. Επιπλέον, δεν έχει εμπορική λογική η μετακίνηση ενός βυτίου με 10-20 τόνους γάλακτος, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες σε πρώτη ύλη μιας μεγάλης μονάδας».
Πηγές του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, πάντως, παραδέχτηκαν στην «Κ» ότι υπάρχει θέμα με το γάλα, μάλιστα αποκαλύπτουν ότι τον τελευταίο καιρό βρίσκεται σε εξέλιξη συνεργασία με την ΑΑΔΕ ώστε να δημιουργηθεί ένα σύστημα εισροών – εκροών, αντίστοιχο με αυτό που υπάρχει για τα υγρά καύσιμα. «Εμάς μας ενδιαφέρουν οι παράνομες ελληνοποιήσεις γάλακτος και την ΑΑΔΕ την ενδιαφέρει η απώλεια φορολογικών εσόδων, επομένως υπάρχει κοινό συμφέρον για το θέμα», σημείωσε ανώτερη πηγή του υπουργείου.
Οι όροι
Η εισαγωγή γάλακτος από τη Βουλγαρία επιτρέπεται, όμως με την αυστηρή προϋπόθεση ότι θα χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή λευκών τυριών ή γιαουρτιού, πάντως όχι φέτας ΠΟΠ. Εφόσον μειωθεί η παραγωγή φέτας λόγω της ευλογιάς, κι επομένως αυξηθεί η τιμή της, εκτιμάται ότι τα υπόλοιπα γαλακτοκομικά προϊόντα θα κερδίσουν μερίδιο στην αγορά, αυξάνοντας παράλληλα τις ανάγκες σε πρόβειο και αγελαδινό γάλα. Στο παρελθόν υπήρξαν καταγγελίες για νοθεία πρόβειου γάλακτος με αγελαδινό. Υπάρχει κάτι ακόμη. Ο κανόνας λέει ότι για ένα κιλό φέτα χρειάζονται τέσσερα κιλά πρόβειου γάλακτος. «Οταν κάποιος λέει ότι χρειάζεται 2,8 κιλά, όπως συνέβη με εταιρείες, γιατί να μην πει την επόμενη φορά ότι χρειάζεται τέσσερα», λένε οι κτηνοτρόφοι.
Πώς γίνεται «ελληνικό»
Το ξένο γάλα, λένε παραγωγοί από τα χωριά του Κάμπου, «χρεώνεται» σε συγκεκριμένους κτηνοτρόφους ή συνεταιρισμούς, οι οποίοι ελέγχονται από μεγάλες εταιρείες.
Ελεγχος από την ΑΑΔΕ
Πηγές του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης αποκαλύπτουν ότι σε συνεργασία με την ΑΑΔΕ φτιάχνεται ένα σύστημα εισροών – εκροών, αντίστοιχο με αυτό που υπάρχει για τα καύσιμα.
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις





