Εύη Μποτσαροπούλου

Επί παραδείγματι Σαββόπουλου: Μια βάπτιση, η κοινωνική νοημοσύνη και η αριστερά

Δεν υπάρχει πιο ολιστική εμπειρία από το να κάνεις λογικές σκέψεις την ώρα που σε παίρνει ο ύπνος ή την ώρα που ξυπνάς. Είσαι εκεί στο μεταίχμιο. Ύπνου και ξύπνιου, λογικής και παραλόγου, ονείρου και πραγματικότητας, πιώματος και νηφαλιότητας. Εκεί σου ΄ρχονται σκέψεις. Άτακτες. Συνήθως. Και λύσεις. Και συνάψεις. Και νιώθεις πως ζεις κάποιες στιγμές πραγματικής αποκάλυψης. Ελεύθερος και φοβισμένος. Γιατί ξέρεις. Ξέρεις πως είσαι στο μεταίχμιο. Στο σημείο της ποιοτικής διαφοράς. Λίγο να φύγεις προς τη μια ή την άλλη πλευρά, το ΄χάσες όλο. Το όλον. Γιατί έτσι νιώθεις πως έχεις αγγίξει το όλον. Και καταλαβαίνεις πως κινδυνεύεις πάραυτα να το χάσεις. Δεν είναι και πολύ συνειδητοποιημένο άλλωστε… ίσως για αυτό είναι όλον. Πώς να καταφέρεις να βάλεις σε σειρά τις επιμέρους λογικές σκέψεις ενώ εξακολουθείς να χαζοκοιμάσαι, πώς να καταφέρεις να μην αφεθείς, να κοιμηθείς βαθιά και αυτές γίνουν όνειρα ή εφιάλτες;

Μου συνέβη σήμερα το πρωί.

Κοιμόμουν. Άκουσα τον Δημήτρη να ξυπνά για το σχολείο, ησύχασα, γύρισα πλευρά, βολεύτηκα στο κρεβάτι κάτω από το πάπλωμα και ευτυχισμένη παραδόθηκα ξανά στον ύπνο. Αλλα, όχι. Ήρθαν σκέψεις. Πολλές, άσχετες και ταυτόχρονες. Η βάπτιση που ήμουν το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, ο Σαββόπουλος, η κοινωνική νοημοσύνη, το αν υπάρχει μία ή επιμέρους νοημοσύνες, η αριστερά, ένα παλιό editorial στο thecommonsense, γιατί είμαι τόσο αηδιασμένη και όχι θυμωμένη τελικά με έναν παλιό γκόμενο, αυτά που γράφει ο Κουρέτας στα σόσιαλ και γιατί τα γράφει, τι παίζει τελικά με μια κολλητή φίλη, αν θα προλάβω να γράψω ότι έχω για σήμερα, αύριο βράζουμε τσίπουρα, το ζωτικό ψεύδος, η αριστερά, η κοινωνική νοημοσύνη, ο Σαββόπουλος και η βάπτιση ξανά. Τώρα που τα βλέπω γραμμένα με τη σειρά τον πιάνω τον ελεύθερο συνειρμό που συνδέει αυτό το αχταρμά· το πώς πήδηξα από το ένα στο άλλο. Έχει και ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον αλλά σε αυτή την περίπτωση είναι δευτερογενές.

Το υποψιάστηκα κατευθείαν· ότι ζω αυτές τις στιγμές με τις μαγικές συνάψεις. Το βρήκα το νήμα ή τουλάχιστον αυτό αγωνιούσα να κάνω την ώρα που προσπαθούσα να αποφασίσω αν θα κρατηθώ ξύπνια, σηκωθώ και τρέξω να τις καταγράψω ή θα βολευτώ κι άλλο στο σύννεφο – έτσι παρομοιάζω αυτές τις στιγμές μέσα στο πάπλωμα – και θα ξανακοιμηθώ. Η αλήθεια είναι ότι νύσταζα πολύ, αλλά με είχε πιάσει και αυτό της αποκαλυπτικής εξυπνάδας. Του αυτοθαυμασμού. Άλλοι το λένε έμπνευση. Τελικά, σηκώθηκα από το κρεβάτι… ο αυτοθαυμασμός νίκησε. Τέτοια είμαι.

Ας το βάλουμε τώρα όλο αυτό στη σειρά πετώντας αναγκαστικά κάποιες επιμέρους συνάψεις – ας τις θεωρήσουμε ενδιάμεσα σκαλοπάτια ή παράπλευρα οφέλη – και ας κρατήσουμε τις πιο καυτές· τη βάπτιση, τον Σαββόπουλο, την κοινωνική νοημοσύνη και την αριστερά. (Όλο αυτό τώρα το έγραψα απνευστί, μου πήρε δε μου πήρε δέκα λεπτά. Δεν διόρθωσα λέξη. Ω… πόση πληρότητα φέρνει αυτός ο αυτοθαυμασμός!)

Ήμουν πολύ κακοδιάθετη πριν πάω στη βάπτιση, βαριόμουν και λίγο· δεν ήταν η μέρα μου για κοινωνικό νταβαντούρι. Τελικά κατέληξα να πανηγυρίζω – το λέμε εμείς αυτό στη Χάλκη – έντονα, αυθόρμητα και λίγο θεατρικά ταυτόχρονα, να γελάω, να χορεύω και κάνω παιχνίδια εξυπνάδας με τον γιο μου. Κάποια στιγμή με παρακορόιδεψε. Έξυπνο ήταν αυτό που είπε και εύστοχο οπότε όλα καλά, αλλά έλα που συνέπεσε με ένα βλέμμα της μητέρας. Μου. Από αυτά, τα γνωστά, που δίνουν εντολή για κάτι. Για το τι πρέπει να κάνεις. Και το έκανα. Σηκώθηκα και έκανα αυτό που έπρεπε να κάνω. Και ο Δημήτρης κορόιδεψε κι άλλο. Ξανακάθησα και του είπα «Επειδή υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι σαν εμένα που κάνουν αυτό που πρέπει μπορείτε οι υπόλοιποι να κάνετε αυτό που θέλετε. Αυτό λέγεται κοινωνική νοημοσύνη».

Έτσι λειτουργεί ομαλά το σύστημα, με την κοινωνική νοημοσύνη. Δεν έχει σχέση καμία αυτό που λέω με τα πρέπει και τα θέλω. Πόσο μάλλον με θυσίες και άλλες αηδίες. Έχει σχέση με μια ωραία αυτορρύθμιση των συστημάτων ως αποτέλεσμα κοινωνικής νοημοσύνης. Με το ότι κατανοείς ότι υπάρχουν κανόνες και όχι με τους ίδιους τους κανόνες. Με την ιδέα τους. Δεν είναι θέμα υποταγής στο σύστημα αλλά θαυμασμού της λειτουργίας του. Της αυτορρύθμισής του μέσω των κανονιστικών πλαισίων.

Η κοινωνική νοημοσύνη είναι φύσει και θέσει ανθρωποκεντρική. Μπορεί να μοιάζεi σαν ένα savoir vivre αλλά δεν έχει ίχνος καθωσπρεπισμού και συντηρητισμού. Δεν είναι μόνο ένας οδηγός καλής συμπεριφοράς και ευγένειας, ο οποίος βοηθά στο να εφαρμόζονται οι κανόνες που θεωρούνται αποδεκτοί στην κοινωνία. Είναι η ίδια η λειτουργία της κοινωνίας. Κάτι σαν μια πολιτική ορθότητα αν της αφαιρέσεις την υστερία και της αφήσεις το ζουμί. Και το ζουμί είναι ο άνθρωπος. Πάντα. Ο ίδιος μόνος του και αυτός με τους άλλους και όλοι μαζί στο σύστημα. Το ανθρωποκεντρικό. Το κοινωνικοκεντρικό. Δεν είναι θέμα κοινωνικής αποδοχής, αλλά κοινωνικής λογικής που λειτουργεί ρυθμιστικά.

Ανάβω ένα τσιγάρο. Παίρνω μια απόσταση από το κείμενο. Το ξαναδιαβάζω. Διορθώνω δυο τρία σημεία. Τώρα είναι το challenge, πως θα κάνω τον επόμενο συνειρμό, την σύνδεση, χωρίς να κάνω άλμα λογικής. Με βοηθάει τελικά που καταγράφω τη διαδικασία. Αποκωδικοποιώ.

Στην πραγματικότητα, είναι τόσο εμφανές, δεν θέλω να μιλήσω για την βάπτιση. Για τον Σαββόπουλο θέλω και την αριστερά.

«Τον Σαββόπουλο τον πενθήσαμε καιρό πριν»… Αυτή η ατάκα έπαιζε στο μυαλό μου όσο σκεφτόμουν τα περί βάπτισης. Είναι γνωστή η ιστορία… περί κωλοτούμπας, περί προδοσίας, περί βολέματος και τα λοιπά. Θυμίζω λίγο τα γεγονότα του 2023…

«Άντε χάσου, θεραπαινίδα του Μητσοτακέικου! Τολμάς και μιλάς ακόμα στο όνομα των τραγουδιών που κάποτε είπες… Είσαι λίγος, διεφθαρμένος, επαρχιώτης, εγωπαθής και χαλασμένος! Ο Ραφαηλίδης είχε σε όλα δίκιο!». Τάδε έφη Πολάκης στις 17 Μαΐου αμέσως μετά τη ραδιοφωνική συνέντευξη του Διονύση Σαββόπουλου στον Παύλο Τζήμα τέσσερις μόλις μέρες πριν τις βουλευτικές εκλογές. «Η υστεροφημία του ανήκει στον ίδιο. Η αξιολόγηση της ανήκει σε εμάς. Στη γενιά που τον πίστεψε και τον τραγούδησε. Λυπάμαι που δεν έχω ακόμα τον δίσκο να τού τον επιστρέψω». Τάδε έφη Ακρίτα που πήρε τη σκυτάλη από τον αγαπημένο της Παύλο. Ο Σαββόπουλος πάλι είχε κάνει δήλωση περί ανάγκης αυτοδυναμίας της ΝΔ και σχόλιο για το «παλιό είδος φοιτητικής ξεγνοιασιάς» των κομμάτων του προοδευτικού φάσματος. Και ξεσήκωσε σάλο.

Και τώρα που πέθανε, πάλι σάλο ξεσήκωσε. Το τραύμα της διάστασης ανάμεσα στο έργο του και τον δημόσιο λόγο του δεν λέει να κλείσει.

Ε λοιπόν, εγώ πιστεύω ότι ο Σαββόπουλος είχε πολύ υψηλό δείκτη κοινωνικής νοημοσύνης. Συν τοις άλλοις. Για αυτό υπήρξε τόσο επιδραστικός. Μαζί με την προσωπική του μυθολογία που έλεγε και ο Χατζηδάκις. Τα τραγούδια του και ο ίδιος έλεγαν αυτά που έπρεπε να ειπωθούν στην εκάστοτε περίοδο για να μπορούν οι υπόλοιποι να κάνουν αυτό που θέλουν. Στην αρχή να τολμήσουν να κάνουν αυτό που θέλουν… στη συνέχεια να το απολαύσουν και στο τέλος για να εξακολουθούν να μιλούν για την ιδέα… για το ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς. Να έχουν το πλεονέκτημα να νιώθουν προστατευμένοι και ελεύθεροι. Απενοχοποιημένοι. Ακόμη και όταν επιτίθεντο με μανία το ίδιο παράπλευρο όφελος είχαν, την απενοχοποίηση. Την αφορμή και τη νομιμοποίηση να υποστηρίξουν τη θέση τους, την αντίθετη. Ανεξαρτήτως κοινής και κοινωνικής λογικής. Ανεξαρτήτως πραγματικότητας. Και αυτό κατά βάθος θυμώνει πολύ. Τους άλλους. Εσένα και μένα. Σε θυμώνει αυτός που σε απενεχοποιεί. Γιατί θα ήθελες να μπορείς να το κάνεις ο ίδιος. Τον ταυτίζεις λίγο με τον ευεργέτη.

Δεν άλλαξε ο Σαββόπουλος. Όλα τα άλλα άλλαξαν. Και αυτό πονάει.

Αυτός ο ίδιος είναι από το 1972. Τότε έγραψε τον «Άγγελο-Εξάγγελο». Δεν υπάρχει πιο εύστοχο τραγούδι, πιο σχετικό με τη συζήτηση μας. Το παραθέτω.

«Άγγελος Εξάγγελος μας ήρθε από μακριά γερμένος πάνω σ’  ένα δεκανίκι

Δεν ήξερε καθόλου μα καθόλου να μιλά και είχε γλώσσα μόνο για να γλύφει!

Τα νέα που μας έφερε ήταν όλα μια ψευτιά μα ακούγονταν ευχάριστα στ’ αυτί μας

Γιατί έμοιαζε μ’ αλήθεια η κάθε του ψευτιά και ακούγοντάς τον ησύχαζε η ψυχή μας!

Έστησε το κρεβάτι του πίσω από την αγορά και έλεγε καλαμπούρια στην ταβέρνα

Μπαινόβγαινε κεφάτος στα κουρεία και στα λουτρά και χάζευε τα ψάρια μες στη στέρνα!

Και πέρασε ο χειμώνας κι ήρθε η καλοκαιριά κι ύστερα πάλι ξανάρθανε τα κρύα

Ώσπου κάποιο βραδάκι, βρε τι του ‘ρθε ξαφνικά, κι άρχιζε να φωνάζει με μανία:

«Τα πόδια μου καήκανε σ’ αυτή την ερημιά η νύχτα εναλλάσσεται με νύχτα.

Τα νέα που σας έφερα σας χάιδεψαν τ’ αυτιά, μ’ απέχουνε πολύ απ’ την αλήθεια».

Αμέσως καταλάβαμε τι πήγαινε να πει και του  ‘παμε να φύγει μουδιασμένα.

Αφού δεν είχε νέα ευχάριστα να πει καλύτερα να μη μας πει κανένα!»

Ο Σαββόπουλος υπήρξε πάντα αυτοαναφορικός και κοινωνικά νοήμων. Δεν ξέρω τι από τα δύο δυσκολευόμαστε να του συγχωρήσουμε περισσότερο. Μάλλον ότι έλεγε τα νέα. Αφού δεν είχε νέα ευχάριστα να πει καλύτερα να μην μας πεις κανένα.

Αλλά αυτός όλο και μιλούσε.

Εύη Μποτσαροπούλου

 

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις
Ετικέτες