ΕΛΛΑΔΑ
Το «καντήλι» του λοχία Μπερτόλντι: Μια απίστευτη ιστορία από τη σφαγή της μεραρχίας Άκουι στην Κεφαλονιά

Έβλεπε την κάνη του όπλου του Γερμανού, ελάχιστα εκατοστά από το πρόσωπό του, να τον σημαδεύει. ‘Ακουγε τους άλλους που ήταν μαζί του να του φωνάζουν: «Σκότωσέ τον, τι τον κοιτάζεις;». Γύρω τους γινόταν χαλασμός. Οι επίλεκτες δυνάμεις των Γερμανών δεν έπιαναν αιχμαλώτους Ιταλούς – τους σκότωναν επιτόπου. Αυτή ήταν η διαταγή. Εκείνος όμως διστάζει. Γιατί;
Μια απίστευτη ιστορία, που ξεκίνησε από τον ορεινό όγκο της Κεφαλονιάς και εξελίχθηκε στα γκουλάγκ του Στάλιν στη Σιβηρία, αφηγείται το βιβλίο «Η Σφαγή της Κεφαλονιάς και ο εφτάψυχος Ιταλός» (εκδ. Επίκεντρο), του δημοσιογράφου – συγγραφέα Σταύρου Τζίμα και της αρχιτεκτόνισσας Μαρίνας Γούσια, που ζει και εργάζεται στην Ιταλία.

Η σφαγή της Κεφαλονιάς
Ήταν Σεπτέμβριος του 1943 και η σφαγή των αντρών της ιταλικής μεραρχίας Άκουι στην Κεφαλλονιά βρισκόταν σε εξέλιξη. Μετά την ανακωχή που υπέγραψε η Ιταλία με τους Συμμάχους στις 8 Σεπτεμβρίου 1943, οι μέχρι πρότινος σύμμαχοι Γερμανοί θεώρησαν τους Ιταλούς προδότες. Στην Κεφαλονιά, περίπου 12.000 Ιταλοί στρατιώτες της μεραρχίας Άκουι, αρνούμενοι να παραδοθούν, συγκρούστηκαν με τις γερμανικές δυνάμεις.
Η απάντηση των Ναζί ήταν σκληρή και αδίστακτη: περίπου 5.000 Ιταλοί εκτελέστηκαν μαζικά – ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα πολέμου κατά στρατιωτών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι σφαγές συνεχίστηκαν επί μέρες. Το αίμα έτρεχε ποτάμι στις πλαγιές.
Τις κρίσιμες εκείνες ώρες της σφαγής, ο Μπρούνο Μπερτόλντι υπηρετούσε ως λοχίας με καθήκοντα οδηγού του ταξίαρχου Γκέρτσι. «Μάνα μου, πάει, τελείωσαν όλα, είπα μέσα μου και έκλεισα τα μάτια…», σκέφτηκε καθώς τον σημάδευε η κάνη του όπλου απέναντί του. Όμως το λάδι στο καντήλι του λοχία δεν είχε σωθεί… Ο Γερμανός που σήκωσε το αυτόματο και σημάδεψε τον «βρομοϊταλό» δεν πάτησε ποτέ τη σκανδάλη.
Ξεγελώντας τον θάνατο…
Ο λοχίας Μπερτόλντι έμελλε να σταθεί το ίδιο τυχερός όταν αποβιβάστηκε την τελευταία στιγμή από το πλοίο Ardena, ένα από τα καράβια που μετέφεραν στην Αθήνα αιχμαλώτους. Λίγο μετά την αναχώρησή του, το πλοίο ανατινάχθηκε και βυθίστηκε, παρασύροντας στον θάνατο τους περισσότερους από τους 840 Ιταλούς που μετέφερε.
Ο Μπερτόλντι είχε αποφύγει το ραντεβού με τον θάνατο για ακόμα μία φορά – όπως και κάποιους μήνες αργότερα, όταν από τα νύχια του Χίτλερ έπεφτε στα χέρια του Στάλιν. Σε ένα βαγόνι, όπου βρέθηκε με άλλους αιχμαλώτους, ξεκίνησε ένα μαρτυρικό ταξίδι στα δάση και τις στέπες, τα χιόνια και το κρύο, με προορισμό τη Μόσχα. Αφηγούμενος την ταραχώδη ζωή του στον Σταύρο Τζίμα και τη Μαρίνα Γούσια το 2018, έχοντας ήδη κλείσει έναν αιώνα ζωής, ο Μπερτόλντι περιέγραφε με γλαφυρότητα τα όσα έζησε στο διαβόητο στρατόπεδο αιχμαλώτων Rada 88, στο Ταμπόφ, νότια της Μόσχας.
«Εκεί άκουσα ότι άνθρωποι έφαγαν ανθρώπους. Κουβεντιαζόταν μεταξύ των ζωντανών ότι κάποιοι έβγαιναν τη νύχτα από τις καλύβες, πήγαιναν στον σωρό με τα πτώματα που τα συγκέντρωναν για να τα κάψουν την επόμενη, ξερίζωναν την καρδιά και το συκώτι από τους νεκρούς και τα έτρωγαν. Άνθρωπο εγώ δεν έφαγα, όχι, αλλά πάλεψα πολύ για να επιζήσω».
Η δουλειά ήταν εξαντλητική, το φαγητό ελάχιστο και κάθε μέρα πέθαινε κόσμος. Εκεί, ο Μπερτόλντι αναγκάστηκε να φάει μέχρι και ζωντανούς βατράχους για να επιβιώσει.
Η επιστροφή του εφτάψυχου
Στις 13 Οκτωβρίου του 1945, ο Μπερτόλντι αναχώρησε τελικά από την Τασκένδη με προορισμό τη Βιέννη, μαζί με τους συγκρατούμενούς του. Αν και τότε κανείς τους δεν το γνώριζε, πλησίαζε το τέλος του μαρτυρίου τους.
Ο Μπερτόλντι έφτασε στο χωριό του, το Καστελνουόβο της Βαλσουγκάνα, παραμονές Χριστουγέννων, με 80 πόντους χιόνι.
«Φαίνεται πως όταν κάποιος δεν είναι να πεθάνει, δεν πεθαίνει… Ήμουν εκεί μισοθαμμένος και έκλαιγα, ήταν 10 το βράδυ και ο σταθμός έρημος», θυμάται ο εφτάψυχος Ιταλός. Είχε φύγει από το σπίτι του το 1937 και επέστρεφε το 1945, σχεδόν εννέα χρόνια μετά. Το κυριότερο, όμως, ήταν ότι γύριζε ζωντανός και αρτιμελής.
Η σιωπή και η αναγνώριση
Πέρασαν καμιά εικοσαριά χρόνια, όπως λέει, που κανείς δεν ενδιαφερόταν να μάθει τίποτα. Ώσπου το 2001, μια επίσκεψη του τότε Ιταλού Προέδρου Τσάμπι στην Κεφαλονιά έφερε στο φως τόσο την ιστορία του Μπερτόλντι, όσο και άλλων συμπολεμιστών του.
Ο Μπερτόλντι επέστρεψε για πρώτη φορά στην Κεφαλονιά το 1956, ανασυνθέτοντας το παζλ της μνήμης μέσα από επισκέψεις στους τόπους που σημάδεψαν τον χρόνο που πέρασε στο νησί. Ακολούθησαν άλλα επτά ταξίδια, κυρίως για τις επίσημες επετειακές εκδηλώσεις του Σεπτεμβρίου.
Ο άγνωστος σωτήρας
Όλα αυτά τα χρόνια, ο Ιταλός λοχίας δεν ξέχασε ποτέ τον σωτήρα του. Τον αναζήτησε μετά τον πόλεμο, αλλά δεν ήξερε πια κανένας τίποτα γι’ αυτόν. Στη μνήμη του, όμως, τον έχει βαθιά καταχωρημένο.
Άλλωστε, όπως γράφουν οι Σταύρος Τζίμας και Μαρίνα Γούσια, σώθηκε «χάρη στον Γερμανό φασίστα αξιωματικό, τα ωμά βατράχια που έτρωγε στις ουζμπεκικές φυτείες του βαμβακιού και τον “φύλακα άγγελο” της τύχης…».
Την ώρα που γραφόταν το βιβλίο, ο Μπρούνο Μπερτόλντι διένυε αισίως το 107ο έτος της πολυκύμαντης ζωής του.
Η μαρτυρία του αποτελεί όχι μόνο έναν ύμνο στην ανθρώπινη αντοχή, αλλά και ένα ιστορικό τεκμήριο για τα εγκλήματα που συγκλόνισαν τον 20ό αιώνα.
Πηγή ΑΠΕ
ertnews.gr
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις