Απόστολος Ράιδος
Ζώντας στη χώρα του άρθρου 86, της ατιμωρησίας του πολιτικού συστήματος

Η πρόσφατη παραδοχή της Ευρωπαίας Εισαγγελέως, Λάουρα Κοβέσι, ότι το άρθρο 86 του Συντάγματος εμπόδισε την έρευνα σε δύο υποθέσεις – στα Τέμπη και στον ΟΠΕΚΕΠΕ – αποτελεί ξεκάθαρα μια ευθεία καταγγελία για τον τρόπο με τον οποίο το πολιτικό σύστημα της χώρας μας αντιλαμβάνεται και αντιμετωπίζει τη λογοδοσία της πολιτικής εξουσίας. Κι αν χρειάζεται μια φράση για να συνοψίσει το πρόβλημα, αυτή είναι πως στην Ελλάδα, οι υπουργοί δεν κρίνονται από τη Δικαιοσύνη, αλλά από τους συναδέλφους τους.
Το άρθρο 86, ο γνωστός νόμος περί ευθύνης υπουργών, αποτελεί μια από τις πιο χαρακτηριστικές θεσμικές στρεβλώσεις της μεταπολιτευτικής μας Δημοκρατίας. Η Βουλή, δηλαδή το πολιτικό σώμα που απαρτίζεται από τα ίδια κόμματα που κυβερνούν, διατηρεί το αποκλειστικό προνόμιο να αποφασίζει αν ένας υπουργός θα ερευνηθεί ή όχι για πιθανές ποινικές ευθύνες. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι η εκάστοτε κοινοβουλευτική πλειοψηφία μπορεί να «κλείσει» υποθέσεις πριν καν ανοίξουν.
Κι αυτό ακριβώς συνέβη στα Τέμπη και στον ΟΠΕΚΕΠΕ. Στην πρώτη περίπτωση, η διαδικασία παρακάμφθηκε, χωρίς κανονική προανακριτική επιτροπή. Στη δεύτερη, δεν έγινε ούτε καν προκαταρκτική διερεύνηση. Έτσι, υποθέσεις με σοβαρό κοινωνικό και οικονομικό αποτύπωμα έμειναν μετέωρες, ενώ πρόσωπα που κατείχαν υπουργικές θέσεις έμειναν στο απυρόβλητο.
Αυτή η πρακτική δεν είναι απλώς πολιτικά ανήθικη, αλλά και θεσμικά επικίνδυνη. Όταν η Βουλή λειτουργεί ως φίλτρο για τη Δικαιοσύνη, η διάκριση των εξουσιών μετατρέπεται σε παρωδία. Η νομοθετική εξουσία σφετερίζεται το έργο της δικαστικής και η έννοια της ισονομίας καταρρέει. Ο πολίτης βλέπει δύο μέτρα και δύο σταθμά. Άλλη αντιμετώπιση για τους «απλούς» πολίτες για τους οποίους αποφαίνονται οι δικαστές και άλλη για τους υπουργούς που αποφασίζει η πολιτική πλειοψηφία.
Το πρόβλημα γίνεται ακόμη οξύτερο όταν εμπλέκεται η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, όπως σημείωσε και η ίδια η κ. Κοβέσι. Η Ελλάδα έχει νομική υποχρέωση να συνεργάζεται καλόπιστα με τα ευρωπαϊκά όργανα. Όταν όμως οι φάκελοι της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στέλνονται στη Βουλή και καταλήγουν στα συρτάρια, η χώρα εκτίθεται διεθνώς — όχι μόνο για πιθανή διαφθορά, αλλά και για συστηματική συγκάλυψη.
Η ευθύνη δεν είναι μόνο νομική, είναι βαθιά πολιτική. Το άρθρο 86 έχει μετατραπεί σε ένα εργαλείο κυβερνητικής αυθαιρεσίας. Η κάθε κυβέρνηση το χρησιμοποιεί «κατά το δοκούν». Άλλοτε για να μπλοκάρει έρευνες, άλλοτε για να τις στήσει στα μέτρα της. Και όσο αυτό το σύστημα παραμένει, καμία εξαγγελία περί «κάθαρσης» ή «διαφάνειας» δεν έχει νόημα.
Η ειρωνεία είναι πως ακόμη και η συζήτηση για την αναθεώρηση του άρθρου 86 μετατρέπεται σε πολιτικό παζάρι. Όταν ο πρωθυπουργός συνδέει την τροποποίησή του με την αλλαγή άλλων συνταγματικών άρθρων, όπως του άρθρου 16 για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, δείχνει πως η ηθική διάσταση της λογοδοσίας χρησιμοποιείται ως διαπραγματευτικό χαρτί. Δηλαδή, το τέλος της ατιμωρησίας προσφέρεται ως αντάλλαγμα για μεταρρυθμίσεις άσχετες με τη Δικαιοσύνη.
Είναι φανερό πως το ισχύον πλαίσιο δεν υπηρετεί ούτε τη διαφάνεια ούτε την ισότητα ενώπιον του νόμου. Όπως κατά καιρούς έχουν καταθέσει στον δημόσιο διάλογο συνταγματολόγοι, η εμπλοκή της Βουλής σε καθαρά ποινικές υποθέσεις είναι μια ιστορική ανωμαλία που πρέπει να διορθωθεί. Στην Ευρώπη, η δίωξη υπουργών αποτελεί αρμοδιότητα της Δικαιοσύνης. Μόνο στην Ελλάδα η πολιτική εξουσία κρατά το κλειδί της δικής της κρίσης.
Το άρθρο 86, λοιπόν, δεν είναι απλώς ένα νομικό κατάλοιπο, αλλά είναι το σύμβολο μιας κουλτούρας ατιμωρησίας που διαπερνά τη δημόσια ζωή. Αν δεν αλλάξει ριζικά, κάθε νέα τραγωδία, κάθε σκάνδαλο, θα έχει το ίδιο τέλος. Αρχικά σιωπή, μετά συγκάλυψη και στο τέλος ένα ακόμα «δεν προκύπτουν ευθύνες».
Ήρθε η ώρα το Σύνταγμα να σταθεί στο ύψος των αρχών που το θεμελιώνουν. Όχι άλλο «άρθρο 86 κατά παραγγελία». Η Δικαιοσύνη πρέπει να επιστρέψει εκεί όπου ανήκει. Στους φυσικούς δικαστές – και όχι στα κομματικά επιτελεία.
Απόστολος Ράιδος
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις