ΥΓΕΙΑ - ΖΩΗ
Πέντε προκλήσεις για τα συστήματα υγείας της Ευρώπης

Σε σταυροδρόμι μεταρρυθμίσεων για την υγεία βρίσκεται η Ευρώπη λόγω των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν τα συστήματα υγείας της Ε.Ε. σε συνδυασμό με την αναπτυξιακή δυναμική των χωρών μελών της.
Στο πλαίσιο αυτό, η χώρα μας καλείται να προσαρμοστεί στις σύγχρονες απαιτήσεις που εγείρονται από το δημογραφικό, τις οικονομικές πιέσεις, αλλά και τις τεχνολογικές εξελίξεις, έχοντας ήδη περάσει από δύο πολυετείς κρίσεις, την οικονομική και την υγειονομική, της πανδημίας.
Για το θέμα, μίλησε στο in.gr ο Καθηγητής Οικονομικών Υγείας και Ακαδημαϊκός Συντονιστής της Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας του ΜΒΑ-ΕΚΠΑ Γιάννης Υφαντόπουλος, με αφορμή τη συμμετοχή του σε πρόσφατο Συνέδριο για την Υγεία και το Κράτος Πρόνοιας, που έγινε στο Πανεπιστήμιο της Λουβαίν του Βελγίου, με εκπρόσωπους ερευνητές από τις 27 χώρες – μέλη της Ε.Ε.
Η μέση δημόσια κατά κεφαλή δαπάνη στις χώρες της Ευρώπης ΕΕ-27 αυξήθηκε την τελευταία δεκαετία κατά 15,3%, όταν στην Ελλάδα, αντί για αύξηση παρατηρήθηκε μείωση κατά 32,5%

Ο καθηγητής Οικονομικών Υγείας και Ακαδημαϊκός Συντονιστής της Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας του ΜΒΑ-ΕΚΠΑ Γιάννης Υφαντόπουλος
Όπως εξήγησε ο καθηγητής, «οι πόροι που διατίθενται στην υγεία δεν αποτελούν κόστος, αλλά μια επένδυση του κράτους προς τους πολίτες του. Η επένδυση αυτή συμβάλλει στην καλύτερη απασχόληση, στην αύξηση της παραγωγικότητας, στην οικονομική ανάπτυξη και κυρίως στην γενικότερη ευημερία και ευεξία των πολιτών.
Για τον λόγο αυτό, τα θέματα υγείας αποτέλεσαν την πρώτη προτεραιότητα στην διαμόρφωση των αναπτυξιακών στρατηγικών σχεδίων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Επισημαίνοντας τη ρήση του Πλάτωνα ότι η υγεία μας είναι το πολυτιμότερο αγαθό, ο κ. Υφαντόπουλος τόνισε ότι «σήμερα, η διοίκηση υπηρεσιών υγείας είναι πιο κρίσιμη από ποτέ, καθώς καλείται να διαχειριστεί τις νέες προκλήσεις στον τομέα της τεχνολογικής καινοτομίας, της ψηφιακής υγείας και της επιχειρηματικής υγείας με στόχο την αξία την αποτελεσματικότητα και την ανθρωποκεντρική προσέγγιση».
Αναφερόμενος στα συμπεράσματα του συνεδρίου της Λουβαίν, ο καθηγητής σημείωσε ότι οι πολιτικές υγείας που θα επιλεγούν, θα κληθούν να απαντήσουν στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα τα συστήματα υγείας στην Ευρώπη, όπως:
- Οι δημογραφικές αλλαγές: Η γήρανση του πληθυσμού αυξάνει τη ζήτηση για υγεία, για μακροχρόνια φροντίδα και την ανάγκη ανάπτυξης εξειδικευμένων υπηρεσιών για την τρίτη ηλικία. Στην Ελλάδα ειδικότερα, το ποσοστό των ηλικιωμένων αυξήθηκε από 11,1% το 1971 στο 23,3% το 2024
- Η τεχνολογική εξέλιξη: Η τεχνητή νοημοσύνη, η τηλεϊατρική, και τα μεγάλα δεδομένα (Big Data) μετασχηματίζουν τον τρόπο παροχής υπηρεσιών υγείας. Θα πρέπει να αναπτυχθούν προγράμματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και κατάρτισης του υγειονομικού προσωπικού που θα αποβλέπουν στην ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών στη προσφορά υπηρεσιών υγείας
- Οι οικονομικές πιέσεις: Οι πόροι είναι περιορισμένοι. Οι οικονομικές πολιτικές υγείας που υιοθετήθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης εστίασαν στη μονομερή μείωση του κόστους. Πολλές χώρες της Νότιας και Πρώην Ανατολικής Ευρώπης «πλήρωσαν» τις πολιτικές αυτές με μείωση στα χρόνια επιβίωσης και αύξηση των ανικανοποίητων υγειονομικών αναγκών. Ο στόχος θα πρέπει να είναι η αποδοτική και κοινωνικά δίκαιη διαχείριση των οικονομικών πόρων
- Η ποιότητα και ασφάλεια: Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αναπτύξει προγράμματα που αποβλέπουν στην παροχή υψηλής ποιότητας φροντίδας και ασφάλειας για ασθενείς. Η διασφάλιση αυτών των παραμέτρων είναι κεντρική για την εμπιστοσύνη στο σύστημα υγείας.
- Η εξατομικευμένη ιατρική: Διαμορφώνεται ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον στα σύγχρονα συστήματα υγείας για την ανάπτυξη εξατομικευμένων προγραμμάτων θεραπείας και φροντίδας των ασθενών. Τα προγράμματα αυτά απαιτούν μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των κρατών και των φορέων παροχής περίθαλψης, με στόχο την ανάπτυξη ευέλικτων και εξειδικευμένων υπηρεσιών που θα εξυπηρετούν τις ανάγκες των ασθενών.
Η Ελλάδα
Αναφερόμενος στα θέματα της Ελλάδας, στο συνέδριο επισημάνθηκε ότι η χώρα μας επλήγη περισσότερο από τις άλλες χώρες – μέλη της ΕΕ-27, με μια δεκαετή οικονομική κρίση και στη συνέχεια με μια πανδημία που επέφερε σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομία και την υγεία των πολιτών.
Η μέση δημόσια κατά κεφαλή δαπάνη στις χώρες της Ευρώπης ΕΕ-27 αυξήθηκε την τελευταία δεκαετία κατά 15,3%, όταν στην Ελλάδα, αντί για αύξηση παρατηρήθηκε μείωση κατά 32,5%.
Επιπλέον, μια σημαντική παράμετρος της δημόσιας υποχρηματοδότησης του συστήματος υγείας στην χώρα μας είναι η αναφορά στο ποσοστό του ΑΕΠ που διατίθεται για την υγεία. Το ποσοστό αυτό απεικονίζει την προτεραιότητα που δίνει κάθε χώρα της ΕΕ-27 για τον τομέα της υγείας.
Την τελευταία δεκαετία, οι χώρες της ΕΕ-27 διέθεταν κατά μέσο όρο το 8% του ΑΕΠ για τον δημόσιο τομέα της υγείας τους. Οι χώρες της Νότιας Ευρώπης (πλην της Ελλάδος) διέθεταν το 6,5% του ΑΕΠ.
Η Ελλάδα, σε αντίθεση με την γενικότερη Ευρωπαϊκή και Νοτιοευρωπαική τάση, απέκλινε από τις χώρες αυτές μειώνοντας το ποσοστό του ΑΕΠ από 6,4% το 2009 στο 4,7% το 2019.
«Δηλαδή, δημιουργήθηκε ένα χάσμα στην δημόσια υποχρηματοδότηση που ανήλθε στο 3,3% του ΑΕΠ», επεσήμανε ο καθηγητής, για να προσθέσει ότι «Ευτυχώς, από το 2019 και μετέπειτα η κατιούσα τάση στη χρηματοδότηση του δημόσιου τομέα της υγείας αποκαταστάθηκε με αύξηση των δαπανών υγείας.
Η δημόσια χρηματοδότηση, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αυξήθηκε από 9,25 δις το 2019, στα 11,51 δις το 2023 (αύξηση κατά 24,4%)».
Συμπλήρωσε όμως, ότι και η ιδιωτική δαπάνη που βαρύνει τα νοικοκυριά αυξήθηκε επίσης από 5,1 δις το 2019 στα 6,5 δις το 2023 σημειώνοντας μια αύξηση κατά 27,5%, μεγαλύτερη κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες πάνω από την αντίστοιχη των δημοσίων δαπανών. Χαρακτήρισε μάλιστα εντυπωσιακή και την αύξηση στην ιδιωτική ασφάλιση υγείας, που από 672 εκατ. ευρώ το 2019 «ανέβηκε» στα 819 εκατ. ευρώ το 2023, παρουσιάζοντας μια αύξηση της τάξης του 22%.
Εναρμονισμένη πολιτική υγείας
Καταλήγοντας ο κ. Υφαντόπουλος, στάθηκε στο κεντρικό συμπέρασμα του συνεδρίου λέγοντας πως «επισημάνθηκε η εντυπωσιακή ανθεκτικότητα και δύναμη για την προάσπιση των αρχών της αλληλεγγύης και της κοινωνικής ισότητας που έδειξαν οι Ευρωπαίοι πολίτες κατά τη διάρκεια της οικονομικής και υγειονομικής κρίσης. Παράλληλα υπογραμμίστηκε ότι οι αρχές αυτές – της αλληλεγγύης και κοινωνικής ισότητας – θα πρέπει να αποτελούν του θεμελιακούς στόχους εναρμονισμένης Ευρωπαϊκής Υγειονομικής πολιτικής».
in.gr
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις