ΕΛΛΑΔΑ
Πειθαρχικό δίκαιο στο Δημόσιο: Εργαζόμενοι μιλούν για ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής, κοινωνικής και πολιτικής δράσης

Σε τεταμένο κλίμα συζητείται στη βουλή το νομοσχέδιο για την αναμόρφωση του πειθαρχικού κώδικα στο δημόσιο. Στόχος να αντιμετωπιστούν οι παθογένειες του παρελθόντος λέει η κυβέρνηση, είναι εργαλείο εκφοβισμού των δημοσίων υπαλλήλων, αντιτείνει η αντιπολίτευση. Εικοσιτετράωρη απεργία πραγματοποιεί σήμερα η ΑΔΕΔΥ.
Για ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής, κοινωνικής και πολιτικής δράσης, κάνουν λόγο οι εργαζόμενοι του Δημοσίου και ζητούν την απόσυρση του προς ψήφιση νομοσχεδίου, υποστηρίζοντας ότι επιχειρεί να αλλάξει το Πειθαρχικό Δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων.
Μεγάλη ήταν η συμμετοχή στην απεργιακή συγκέντρωση το πρωί στο Σύνταγμα. Το «παρών» έδωσαν μεταξύ άλλων Ομοσπονδίες της ΑΔΕΔΥ με τη συμμετοχή γιατρών και νοσηλευτών των δημόσιων νοσοκομείων, εκπαιδευτικών, εργαζόμενων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Συγκεντρώσεις πραγματοποιήθηκαν σε Θεσσαλονίκη, Χανιά, Καλαμάτα, Πάτρα και σε άλλες πόλεις της χώρας.
Ρεπορτάζ: Κατερίνα Φάκα
Οι θέσεις των κομμάτων στο κοινοβούλιο
«Υπέρ» του νομοσχεδίου τάχθηκε μόνον η ΝΔ, ενώ όλα τα κόμματα της Αντιπολίτευσης δήλωσαν ότι θα το καταψηφίσουν επί της Αρχής.
Η εισηγήτρια της ΝΔ Μαρία-Αλεξάνδρα Κεφάλα ζήτησε την υπερψήφιση του νομοσχεδίου, λέγοντας ότι «αποτελεί ένα ολοκληρωμένο και σύγχρονο πλαίσιο που ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις απαιτήσεις της εποχής μας. Ενισχύει την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης, εκσυγχρονίζει κρίσιμες διαδικασίες και προσφέρει στους πολίτες ένα κράτος πιο δίκαιο, πιο διαφανές και πιο αποδοτικό». Η ψήφιση του νομοσχεδίου «αποτελεί ένα ακόμη βήμα εμπιστοσύνης στους θεσμούς» υποστήριξε η εισηγήτρια της πλειοψηφίας, τονίζοντας πως «χτίζουμε την Ελλάδα του αύριο με σεβασμό στον κάθε Έλληνα και κάθε Ελληνίδα».
Αναφερόμενη στα 117 άρθρα του νομοσχεδίου η κυρία Κεφάλα ανέφερε πως «γίνεται σαφές ότι πρόκειται για ένα εργαλείο πολιτικής και θεσμικής αναμόρφωσης, που αφορά άμεσα τόσο τους εργαζόμενους του δημοσίου όσο και τους πολίτες που ζητούν ένα Κράτος πιο δίκαιο, πιο λειτουργικό, πιο υπεύθυνο» και συμπλήρωσε: «Δίνονται στον εργαζόμενο του δημόσιου τομέα τα εφόδια να σταθεί με αξιοπρέπεια και αποτελεσματικότητα στη θέση του, και στον πολίτη τη σιγουριά ότι το κράτος είναι δίπλα του».
Οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου, είπε η βουλευτής της ΝΔ έχουν ως σκοπό «την ενίσχυση της λειτουργικότητας του δημόσιου τομέα, την ενδυνάμωση της διεθνούς παρουσίας της Ελλάδας και την επικαιροποίηση του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου αναφορικά με την ιθαγένεια και το ανθρώπινο δυναμικό της Δημόσιας Διοίκησης. Δεν θεραπεύουμε, απλώς, αδυναμίες του παρελθόντος. Δημιουργούμε ένα δημόσιο που ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής μας: γρήγορο στις διαδικασίες του, διαφανές στις αποφάσεις του, αποτελεσματικό στις υπηρεσίες του».
Η κυρία Κεφάλα ανέλυσε τους τρείς άξονες που κινείται το νομοσχεδίο, λέγοντας ότι αυτοί είναι «η επίσπευση, απλοποίηση και αναβάθμιση της πειθαρχικής διαδικασίας που αφορά στους δημοσίους υπαλλήλους, και στην ενίσχυση του πλαισίου θεσμικής ευθύνης και ελέγχου, προκειμένου να προωθηθούν η διαφάνεια, η αποτελεσματικότητα και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στη δημόσια διοίκηση». Και συνεχίζοντας, είπε: «Η ενίσχυση της εξωστρέφειας και της διεθνούς παρουσίας της Ελλάδας με την παροχή και εξαγωγή εθνικής τεχνογνωσίας, καλών πρακτικών, εξειδικευμένων γνώσεων και εμπειρογνωμοσύνης σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτες χώρες, μέσω της ίδρυσης εξειδικευμένου θεσμικού φορέα, όσον αφορά σε θέματα δημόσιας διοίκησης, διοικητικής μεταρρύθμισης και ανθρώπινου δυναμικού, μέσω της ανάληψης εκπόνησης έργων και προγραμμάτων που άπτονται των θεμάτων αυτών. Η αναμόρφωση σημαντικών διατάξεων που σχετίζονται με την απόκτηση ιθαγένειας, καθώς και με ζητήματα που αφορούν τις υπηρεσιακές μεταβολές του προσωπικού της δημόσιας διοίκησης, συμπεριλαμβανομένων ειδικών θεμάτων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης».
Για τη νέα δομή των πειθαρχικών συμβουλίων, η εισηγήτρια της ΝΔ είπε ότι με τον τρόπο αυτό που θεσπίζεται «η διοικητική αδιαφάνεια τελειώνει, η πειθαρχική δικαιοσύνη επισπεύδεται, η ευθύνη κατοχυρώνεται και μια αναγνωρισμένη παθογένεια χρόνων στον δημόσιο τομέα τελειώνει», και «για πρώτη φορά, εξασφαλίζεται ότι η πειθαρχική διαδικασία γίνεται από λειτουργούς που αφιερώνονται αποκλειστικά σε αυτό το έργο, χωρίς θεσμικές εξαρτήσεις, με ανεξαρτησία κρίσης», ενώ εισάγεται «και μια καινοτομία με τη θεσμοθέτηση του μηχανισμού “πειθαρχικής συνδιαλλαγής”», δημιουργούνται η «Ηλεκτρονική Εφαρμογή Παρακολούθησης Πειθαρχικού Δικαίου» για την πλήρη ψηφιακή ιχνηλάτηση κάθε σταδίου των υποθέσεων, η ηλεκτρονική βάση δεδομένων «e-Peitharxika» της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, ενώ επιπλέον προβλέπεται διαλειτουργικότητα με τα «Ολοκληρωμένα Πληροφοριακά Συστήματα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων» και το Εθνικό Μητρώο Επικοινωνίας.
Σχετικά με τα πειθαρχικά παραπτώματα, η βουλευτής είπε ότι «επανακαθορίζονται, με νέες προσθήκες όπως η άρνηση υπαλλήλου να συμμετάσχει, να διευκολύνει ή να υλοποιήσει τη διαδικασία αξιολόγησης είτε ως αξιολογούμενος είτε ως αξιολογητής, ενώ παράλληλα κωδικοποιούνται παραπτώματα που ήδη προβλέπονται από υφιστάμενες διατάξεις ή ειδική νομοθεσία» και «αυξάνονται τα πειθαρχικά αδικήματα, τα οποία δύναται να επισύρουν την ποινή της οριστικής παύσης. Επαναπροσδιορίζονται οι προϋποθέσεις και τα ποινικά αδικήματα που μπορεί να οδηγήσουν σε αυτοδίκαιη και δυνητική αργία».
Με το νέο σύστημα, ανέφερε μεταξύ άλλων η κυρία Κεφάλα, «οι περισσότερες υποθέσεις θα μπορούν να εκδικάζονται και να κλείνουν εντός κάποιων μηνών και όχι εντός πολλών ετών. Θέτουμε καθαρές γραμμές και όρια για να μπορεί η κοινωνία να αποκαταστήσει τη σχέση εμπιστοσύνης με το κράτος».
Σχετικά με τις διατάξεις του νομοσχεδίου που αφορούν τη δημιουργία του «Reform Greece», η εισηγήτρια της ΝΔ είπε ότι αυτό «στοχεύει στην ενίσχυση της εξωστρέφειας και της διεθνούς παρουσίας της ελληνικής δημόσιας διοίκησης. Θα μεταφέρουμε τεχνογνωσία, βέλτιστες πρακτικές και εξειδίκευση προς κράτη-μέλη της ΕΕ και τρίτες χώρες, σε τομείς, όπως η διοικητική μεταρρύθμιση και η διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού, μέσω έργων και προγραμμάτων αντίστοιχου περιεχομένου» και «πρόκειται για ένα φιλόδοξο αλλά πολλά υποσχόμενο εγχείρημα που σε καμία περίπτωση δεν θα λειτουργήσει ανταγωνιστικά με εξειδικευμένους φορείς όπως ΕΚΔΔΑ και ΕΑΔ. Απεναντίας προβλέπεται συνεργασία με αυτούς τους φορείς».
Η βουλευτής της ΝΔ, αναφερόμενη στις διατάξεις του Τρίτου Μέρους του νομοσχεδίου είπε ότι με αυτές «επικαιροποιούνται ρυθμίσεις για την καταχώριση ληξιαρχικών πράξεων στο Ειδικό Ληξιαρχείο, την κτήση της ελληνικής ιθαγένειας και για ζητήματα υπηρεσιακών μεταβολών του ανθρώπινου δυναμικού του δημόσιου τομέα, καθώς και την επίλυση επιμέρους ζητημάτων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης», ενώ, σχολιάζοντας την υπουργική τροπολογία, είπε πως σε αυτή εμπεριέχονται «δύο παρεμβάσεις με κοινωνικό και λειτουργικό αποτύπωμα που εισάγονται. Η πρώτη αφορά τις τρίτεκνες και τις πολύτεκνες οικογένειες, επιλύοντας το ζήτημα της συνυπηρέτησης δημοσίων υπαλλήλων με τους συζύγους ή συμβιούντες τους που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα ή ως ελεύθεροι επαγγελματίες ενισχύοντας έτσι την οικογενειακή συνοχή. Επίσης, αντιμετωπίζεται το πρόβλημα υποστελέχωσης των Δήμων που προκύπτει από την απουσία υπαλλήλων λόγω της χορήγησης άδειας άνευ αποδοχών για γονική ανατροφή τέκνου ή για σοβαρούς ιδιωτικούς λόγους».
Ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Παύλος Χρηστίδης, ανέφερε ότι «εμείς λέμε “όχι” στο νομοσχέδιο αυτό», υποστηρίζοντας ότι η Κυβέρνηση με το νομοσχέδιο αυτό «μετατρέπει τον πειθαρχικό έλεγχο σε εργαλείο εκφοβισμού και φίμωσης», καταγγέλλοντας «εργαλειοποίηση του πειθαρχικού ελέγχου σε εργαλείο πολιτικού ελέγχου και εκφοβισμού, απομακρυνόμενο από κάθε έννοια διαφάνειας και αξιοκρατίας».
Επισήμανε, επίσης, ότι «η έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής είναι κόλαφος στην ανάλυση της, μιλώντας για αντισυνταγματικά σημεία, όπως τις δυσμενείς μεταθέσεις υπαλλήλων ΟΤΑ χωρίς γνώμη συμβουλίου, την κατάργηση αιρετών και την υπερσυγκέντρωση εξουσιών στον συντονιστή του πειθαρχικού συμβουλίου». Από 100 πενταμελή συμβούλια, ανέφερε ο κ. Χρηστίδης «η κυβέρνηση προχωρά στη συγκρότηση ενός δεκαπενταμελούς οργάνου, τη στιγμή που εκκρεμούν πάνω από 2.000 πειθαρχικές υποθέσεις. Αντί για επιτάχυνση, δημιουργείται θεσμικό μπλοκάρισμα».
Ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ είπε ότι «πολλά από τα 36 πειθαρχικά παραπτώματα είναι γενικά διατυπωμένα, επιτρέποντας αυθαίρετη ερμηνεία και στοχοποίηση. Οι προβλέψεις θίγουν άμεσα τη συνδικαλιστική και πολιτική δράση, γεγονός που θα έχει αποτρεπτική επίδραση στη νόμιμη συλλογική εκπροσώπηση των εργαζομένων». Το ΠΑΣΟΚ, σημείωσε ο κ. Χρηστίδης, «υπερασπίζεται την ελευθερία λόγου και συμμετοχής στη δημόσια ζωή των δημοσίων υπαλλήλων, εντός των πλαισίων της δημοκρατίας και της νομιμότητας» και αποσαφήνισε ότι «το ΠΑΣΟΚ είναι υπερ της αξιολόγησης και της αξιοκρατίας για όλους με ένα δίκαιο και αντικειμενικό σύστημα αξιολόγησης για υπαλλήλους, προϊσταμένους και διοικήσεις -αποτελεί κυβερνητική μας δέσμευση, άλλωστε το ΠΑΣΟΚ ήταν εκείνο που θέσπισε τη Διαύγεια, το open gov και το ΑΣΕΠ, σε αντίθεση με τη ΝΔ που έχει τοποθετήσει το 80% των σημερινών προϊσταμένων με κομματικά ή άλλα κριτήρια και όχι με αξιολόγηση».
Για τη δημιουργία του «Reform Greece» είπε ότι δημιουργείται μια εταιρεία shop in shop για να παίρνει έργα διοικητικής μεταρρύθμισης, μια εταιρεία consulting για να παίρνει έργα στο εξωτερικό, αλλά και στην Ελλάδα, εκτός διαδικασιών δημόσιου λογιστικού. Ένας που θα διαχειρίζεται σημαντικούς εθνικούς και δημόσιους πόρους ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, χωρίς μόνιμους υπαλλήλους, αλλά με προσωπικό με σχέση αποκλειστικά Ιδιωτικού Δικαίου, όπως και το γεγονός ότι οι οργανικές θέσεις του νέου φορέα θα είναι μόλις 35. Πρόκειται για μια πρωτοφανή υποβάθμιση του ΕΚΔΔΑ.
Ο κ. Χρηστίδης, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι «το περιβόητο επιτελικό κράτος έχει αποτύχει. Έχει αποτύχει να προβλέψει. Έχει αποτύχει να οργανώσει. Έχει αποτύχει να λειτουργήσει. Και σήμερα το μόνο το οποίο ξέρει να κάνει είναι να επιβάλλει τον φόβο, να κομματικοποιήσει τους θεσμούς και να τιμωρεί τους αδύναμους για να καλύπτει τις δικές του ανεπάρκειες. Αυτό που σήμερα χρειάζεται η δημόσια διοίκηση είναι στήριξη. Είναι καθοδήγηση. Είναι αξιολόγηση με δίκαια και αντικειμενικά κριτήρια. Χρειάζεται ένα πλαίσιο, το οποίο θα τιμά τον επαγγελματισμό και θα απομονώνει τις πραγματικές περιπτώσεις παραβατικότητας. Εσείς φέρνετε αυτές τις διατάξεις επικαλούμενοι την υποτιθέμενη πρόθεση για επιτάχυνση της πειθαρχικής διαδικασίας». Εμείς, είπε ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ, «λέμε απλώς όχι στο νομοσχέδιο αυτό».
Ο ειδικός αγορητής του ΣΥΡΙΖΑ Θεόφιλος Ξανθόπουλος εξέφρασε την αντίθεση του κόμματός του στο νομοσχέδιο, τονίζοντας ότι «είναι έκδηλος ο αυταρχισμός της Κυβέρνησης» και «το νέο πειθαρχικό των Δημοσίων Υπαλλήλων, μας επαναφέρει σε εποχές που θέλουμε να ξεχάσουμε»
Η κυβέρνηση, είπε, «με τον μπαμπούλα της πειθαρχικής δίωξης και απόλυσης πλήττει θεμελιώδη συνδικαλιστικά και πολιτικά δικαιώματα». Το νομοσχέδιο, υποστήριξε ο αγορητής του ΣΥΡΙΖΑ, «με πρόσχημα τη διευθέτηση υπαρκτών προβλημάτων φοράει “κορσέ” σε όλο τον δημοσιοΰπαλληλικό κόσμο. Η κυβέρνηση αγωνιά και προσπαθεί να αποκλείσει όποια κριτική φωνή γιατί φοβάται ότι μπορεί να ακουστεί ένα άλλο, διαφορετικό σχέδιο από το δικό της».
Ο βουλευτής επισήμανε ότι «τα κατεξοχήν ατιμωτικά αδικήματα που περιγράφονται στον Ποινικό Κώδικα με το πειθαρχικό δίκαιο και σήμερα ακόμη επισύρουν την ποινή της απόλυσης» και αναρωτήθηκε «ποιος είναι ο δικαιολογητικός λόγος της θέσπισης ενός παράλληλου, νέου θεσμικού πλαισίου, το οποίο αναμασά, επαναλαμβάνει τα ήδη υφιστάμενα αδικήματα και τεχνηέντως εισαγάγει τη συνδικαλιστική και πολιτική διαφωνία, ορίζοντας ότι η άρνηση στην αξιολόγηση αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα που επιφέρει σε δεύτερη φάση την ποινή της απόλυση».
Σχετικά με τις διατάξεις κατά της άρνησης αξιολόγησης που θεσπίζονται, είπε ότι αυτή η άρνηση «είναι μια πολιτική συνδικαλιστική επιλογή που κάνουν τα συνδικαλιστικά όργανα των εργαζομένων…» και απέδωσε στην Κυβέρνηση ότι με το μέτρο αυτό «έρχεται σε αντίθεση με την ηγεσία των συνδικαλιστικών κλάδων, προσπαθώντας να αποδυναμώσει ένα καθαρά πολιτικό, συνδικαλιστικό αίτημα», σημειώνοντας ότι μέχρι σήμερα έχουν παραπεμφθεί πειθαρχικά 2.000 εκπαιδευτικοί, που αρνήθηκαν την αξιολόγηση, τη στιγμή που οι ελλείψεις και τα κενά στους εκπαιδευτικούς είναι ήδη πολύ μεγάλα».
Ο κ. Ξανθόπουλος έκανε αναφορά και στην Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής, λέγοντας ότι αυτή «επισημαίνει σοβαρά προβλήματα συνταγματικότητας διατάξεων του νομοσχεδίου, όπως αυτής που θέτει διαρκές κώλυμα διορισμού χωρίς καταδικαστική απόφαση δικαστηρίου, αλλά και μετά τη λήξη του χρόνου στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων». Ο αγορητής του ΣΥΡΙΖΑ, επίσης, εξέφρασε την αντίθεσή του στη δημιουργία νέου ΝΠΙΔ με την επωνυμία Ελληνικό Κέντρο Εμπειρογνωμοσύνης και Διοικητικών Μεταρρυθμίσεων, υποστηρίζοντας ότι «το υφιστάμενο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης μπορεί θεσμικά και ουσιαστικά να επιτελέσει όλους τους ρόλους που ανατίθενται στο νέο ΝΠΙΔ, αλλά εσείς δημιουργείτε ένα θεσμικό πλαίσιο που μπορεί να αναπαράγει φαινόμενα ΟΠΕΚΕΠΕ»
Ο κ. Ξανθόπουλος, κατέληξε λέγοντας ότι «είναι προφανές ότι αυτό το νομοσχέδιο είναι στον αντίποδα και των απαιτήσεων της δημόσιας διοίκησης και των απαιτήσεων της ελληνικής κοινωνίας και των προσδοκιών του ίδιου του συνδικαλιστικού κινήματος. Φυσικά και το καταψηφίζουμε και η συμπαράσταση μας στην ΑΔΕΔΥ είναι δεδομένη».
Την καταψήφιση επί της Αρχής του νομοσχεδίου από το κόμμα του δήλωσε και ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ Γιάννης Δελής χαρακτηρίζοντάς το «αντιδραστικό». Το ΚΚΕ είπε «θα το καταψηφίσει» και «λέμε καθαρά ότι το συγκεκριμένο κυβερνητικό νομοθέτημα δεν αφορά μόνο τους εργαζόμενους στο Δημόσιο, αλλά συνολικά τα εργατικά-λαϊκά στρώματα, αφού με τις διατάξεις του θωρακίζεται ακόμα καλύτερα ο εχθρικός για τον λαό κρατικός μηχανισμός, απαγορεύοντας ουσιαστικά στους εργαζόμενους να διεκδικούν τόσο τα δικαιώματά τους όσο και καλύτερες υπηρεσίες για τον λαό». Υποστήριξε ότι «το νέο πειθαρχικό νομοσχέδιο αποτελεί έναν κανονικό βούρδουλα για τους δημοσίους υπαλλήλους» και απέδωσε στην Κυβέρνηση «νέα επίθεση στα λαϊκά δικαιώματα», η οποία εδράζεται «στην πολεμική οικονομία και την ανάγκη του συστήματος για πολεμική προετοιμασία» εισγάντας «το ”σώπα και μη μιλάς, και μη διεκδικείς”, για να επικρατήσει στους εργαζόμενους και στους υπαλλήλους του δημοσίου το αστικό Κράτος». Αυτός, τόνισε, «είναι ο πραγματικός στόχος του νομοσχεδίου το οποίο, ουσιαστικά, δεν είναι παρά ένα φαρμακερό πακέτο μέτρων που εντείνουν την εργασιακή τρομοκρατία στον κρατικό μηχανισμό, ποινικοποιούν την αγωνιστική δράση, βαφτίζοντας ως «παραπτώματα» ακόμα και δράσεις στοιχειώδους διεκδίκησης».
Ο κ. Δελής είπε ότι η Κυβέρνηση επιχειρεί «μία βαθιά και αντιδραστική αλλαγή» και «με γενικόλογους και ασαφείς ορισμούς διαστέλλει επικίνδυνα και κάθε έννοια πειθαρχικού παραπτώματος ενός δημοσίου υπαλλήλου, τσουβαλιάζοντας αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου μαζί με παραπτώματα διοικητικού χαρακτήρα, αμφισβητώντας ακόμα και θεμελιώδη συνδικαλιστικά και πολιτικά δικαιώματα. Ετσι, μέσα από τα γενικόλογα ”πειθαρχικά παραπτώματα” θα μπορούν να υπαχθούν και ενέργειες που συνδέονται με την κοινωνική, πολιτική και συνδικαλιστική δράση των εργαζομένων».
Η Κυβέρνηση, συνέχισε ο κ. Δελής, επιχειρεί τη φίμωση όλων των μάχιμων εργαζομένων που αναδεικνύουν ζητήματα, δημοσιοποιούν προβλήματα και διεκδικούν λύσεις, στοχοποιεί δηλαδή το πιο υγιές και ευσυνείδητο τμήμα των εργαζομένων, που νοιάζεται για την ποιότητα των υπηρεσιών στο λαό, για τα προβλήματα που δημιουργεί η υποστελέχωση, για τον προσανατολισμό που παίρνουν μια σειρά τομείς, που αντί για τις ανάγκες των πολλών υπηρετούν τα συμφέροντα των λίγων.
Σχολιάζοντας το άρθρο 10 του σχεδίου νόμου, είπε ότι «το πειθαρχικό αδίκημα της “αδικαιολόγητα μη έγκαιρης σύνταξης έκθεσης αξιολόγησης” συμπληρώνεται πλέον και με το ιδιώνυμο πειθαρχικό αδίκημα της “άρνησης υπαλλήλου να λάβει μέρος, να διευκολύνει ή να προβεί στη διαδικασία αξιολόγησης είτε ως αξιολογητής είτε ως αξιολογούμενος” και πρόσθεσε ότι «αφού, λοιπόν, είδατε ότι η αντιδραστική αξιολόγηση στο Δημόσιο δεν ”περπατάει”, νομοθετείτε τώρα πειθαρχικές διώξεις υπαλλήλων που συλλογικά απέχουν από τη διαδικασία αξιολόγησης, με ποινές που ξεκινούν με πρόστιμο αποδοχών τουλάχιστον 2 μηνών και στη συνέχεια με την ποινή της οριστικής παύσης – απόλυσης στην περίπτωση αποχής από την αξιολόγηση για 2 συνεχόμενες αξιολογικές περιόδους».
Η αποχή, όμως, παρατήρησε ο βουλευτής, «γίνεται κατ’ εφαρμογή των αποφάσεων των συλλογικών συνδικαλιστικών οργάνων, και, άρα, δεν αποτελεί ούτε παράβαση καθήκοντος ούτε φυσικά πειθαρχικό παράπτωμα. Αποτελεί άσκηση του θεμελιώδους συνδικαλιστικού και συνταγματικού δικαιώματος στην απεργία, κι αυτό εσείς το αμφισβητείτε!».
Απευθυνόμενος στην κυβέρνηση, ανέφερε ότι «το δικαίωμα στην απεργία δεν καταστέλλεται, όσα πειθαρχικά αδικήματα και ποινές κι αν σκαρφιστείτε. Η ταξική πάλη δεν καταργείται με νόμους». Σχολιάζοντας την αυστηροποίηση των προβλεπόμενων ποινών και των διοικητικών προστίμων, που προβλέπει το άρθρο 12, αλλά και στην εισαγωγή της διαδικασίας της «πειθαρχικής συνδιαλλαγής» ο κ. Δελής είπε ότι με αυτό τον τρόπο «που σέρνει η Κυβέρνηση εκβιαστικά σε “δήλωση μετανοίας” τον διωκόμενο υπάλληλο, προκειμένου να αποφύγει αυστηρότερες ποινές, διάταξη που συνιστά τη μεταφορά στο πειθαρχικό δίκαιο του δημοσίου, της αμερικανόπνευστης νομικής διαδικασίας της ποινικής συνδιαλλαγής που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, το καλοκαίρι του 2019».
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης Βασίλης Γραμμένος που είχε επιφυλαχθεί στην Επιτροπή για να τοποθετηθεί σχετικά με την ψήφιση του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια, ανέφερε ότι θα το καταψηφίσει επί της Αρχής.
Υποστήριξε ότι το παρόν σχέδιο νόμου «καταργεί θεσμούς με ιστορική διαδρομή και θεσπίζει όργανα ελεγχόμενα αποκλειστικά από την κυβέρνηση και τα μέλη της» με την «δημιουργία ενός υπερ-πειθαρχικού συμβουλίου Ανθρώπινου Δυναμικού με 15 μέλη από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, με την κατάργηση των συλλογικών πειθαρχικών οργάνων, τη μεταφορά όλων των υποθέσεων στο νέο αυτό σχήμα και την πλήρη εξάρτηση της αποζημίωσης των μελών του νέου Πειθαρχικού από την τήρηση ενός ηλεκτρονικού χρονοδιαγράμματος».
Αυτά, είπε ο βουλευτής, «υπονομεύουν τις αρχές της Ανεξαρτησίας, της Δικαιοσύνης και της υπηρεσιακής Αξιοκρατίας» και υποστήριξε ότι «τα νέα Πειθαρχικά Συμβούλια θα είναι αμιγώς κυβερνητικά, καθώς αποπέμπονται από αυτά οι εκπρόσωποι των εργαζόμενων και των δικαστών» γιατί «θέλετε να επιβάλλετε πειθαρχικό φίμωτρο στους δημόσιους υπαλλήλους. Υποταγμένους για να τους ελέγχετε πλήρως. Να μην τολμά κανείς να παρεκκλίνει από τη γραμμή της πλήρους υπακοής … κι όταν το κάνει, να το κατευνάζετε με πρακτικές εκφοβισμού, ελέγχου και αποκλεισμού». Έτσι, είπε ο κ. Γραμμένος «δεν αναμορφώνεται η δημόσια διοίκηση» αλλά «το μόνο που πετυχαίνετε είναι να δημιουργείτε κλίμα αφόρητης πίεσης και υπηρεσιακής τρομοκρατίας στους υπαλλήλους» γι’ αυτό και ο κόσμος ξεσηκώθηκε και διαδηλώνει μαζικά έξω από τη Βουλή.
Ο αγορητής της Ελληνικής Λύσης ξεκαθάρισε πως «εμείς καταδικάζουμε απερίφραστα και κατηγορηματικά τα περιστατικά διαφθοράς στο Δημόσιο τομέα. Τασσόμαστε υπέρ της αυστηροποίησης των ποινών, της παραδειγματικής τιμωρίας όσων χρηματίζονται ή ζημιώνουν το δημόσιο και της επιβράβευσης όσων εργάζονται σκληρά και τίμια, αλλά δεν μπορείτε να δημιουργείτε -από πολιτική επιλογή- δημόσιο δυο ταχυτήτων. Ζητάμε ισονομία και αξιοκρατία στο Δημόσιο».
Καταλήγοντας, ο κ. Γραμμένος είπε ότι «πρόκειται γι’ άλλο ένα νομοσχέδιο γεμάτο υποσχέσεις κι ευχολόγια» και έκανε πέντε προτάσεις.
Η ειδική αγορήτρια της Νέας Αριστεράς Θεανώ Φωτίου, ανέφερε ότι η αναμόρφωση του νέου πειθαρχικού δίκαιου των δημοσίων υπαλλήλων «είναι ένα αντεργατικό κείμενο τρομοκράτησης, πειθάρχησης και φίμωσης, για να μεταβληθούν οι δημόσιοι υπάλληλοι σε άτομα μόνα, φοβισμένα, χωρίς συνδικαλιστική κάλυψη και δράση που, αντί να υπερασπίζονται το δημόσιο συμφέρον, γίνονται πειθήνια όργανα και συνένοχοι μιας κυβέρνησης σκανδάλων, παρανομιών, αδιαφάνειας και αδικίας σε βάρος της κοινωνίας».
Η κατάργηση των Πειθαρχικών Συμβουλίων α’ και β΄βαθμού και η αντικατάστασή τους από ένα μόνο όργανο από συμβούλους του ΝΣΚ, δηλαδή, δικηγόρους του Κράτους, χωρίς εκπροσώπους των υπαλλήλων, ούτε προϊστάμενους δικαστικούς, είπε η βουλευτής, «δεν εξυπηρετεί καμία επιτάχυνση διαδικασιών. Καταλύει, όμως βασικές έννοιες του ποινικού, αστικού και διοικητικού δικαίου και εγείρει ζητήματα αντισυνταγματικότητας, όπως υποστηρίζει και η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής. Πλέον οι διωκόμενοι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν μόνη διέξοδο τα δικαστήρια, όπου πάλι νομικοί σύμβουλοι , υπάλληλοι του κράτους, θα κληθούν να υπερασπίσουν τις αποφάσεις των συναδέλφων τους».
Για την επέκταση και μεγιστοποίηση των υφιστάμενων παραπτωμάτων στο νέο Πειθαρχικό Δίκαιο είπε η αγορήτρια της Νέας Αριστεράς ότι «ποινικοποιούν το δικαίωμα αντίστασης του δημοσίου υπαλλήλου στον κράτος-εργοδότη», ενώ η «πειθαρχική διαπραγμάτευση» του υπαλλήλου «είναι μια συνδιαλλαγή για να πέσουν στα μαλακά οι επίορκοι. Η δυνατότητα πειθαρχικής δίωξης από μονοπρόσωπα όργανα (Διοικητής, Γενικός Δ/ντής και Διευθυντής) σημαίνει ότι άτομα που δεν έχουν κριθεί, αλλά τοποθετηθεί, στις θέσεις τους ως “γαλάζια παιδιά” θα κρίνουν με βάση προσωπικές και πολιτικές συμπάθειες ή αντιπάθειες. Ενώ τα νέα πρόστιμα που φθάνουν έως και τις 100.000 ευρώ και μισθολογική στασιμότητα 8 ετών για υπαλλήλους ΠΕ και 12 για ΜΕ είναι εξοντωτικά».
Οι προθέσεις του νομοσχεδίου, τόνισε η κυρία Φωτίου, «αποδεικνύονται από τις τρέχουσες διώξεις σε εκπαιδευτικούς, που αποκαλύπτουν ελλείψεις στα σχολεία τους ή προσπαθούν να μπολιάσουν τα παιδιά με τις αρχές της αγάπης για την ειρήνη, τη δημοκρατία, την ελευθερία, της ενσυναίσθησης και της αλληλεγγύης, μη συμφωνώντας, έτσι, με τη σημερινή κυβερνητική επίσημη πολιτική (π.χ. για την Παλαιστίνη).
Αναφορικά με τις ποινές που θα επισύρει η άρνηση συμμετοχής δημόσιου υπαλλήλου στην αξιολόγηση, είπε ότι «εκτός του ότι είναι αντισυνταγματική, αφού οι απέχοντες απλώς εφαρμόζουν αποφάσεις των συνδικαλιστικών τους οργάνων για απεργία, δείχνουν την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει στη μαζική κατάργηση της μονιμότητας στο δημόσιο».
Αναφερόμενη στην ίδρυση ενός νέου ΝΠΙΔ, του Ελληνικού Κέντρου Εμπειρογνωμοσύνης Διοικητικών Μεταρρυθμίσεων (ΕΛΕΚΕΔΙΜ), υποστήριξε η αγορήτρια τηγς Νέας Αριστεράς ότι «υποτίθεται ότι δημιουργείται για την παροχή τεχνογνωσίας εντός και εκτός Ελλάδας σε θέματα Δημόσιας Διοίκησης, σημειώνοντας ότι την ίδια δουλειά θα μπορούσε να κάνει η ΕΣΔΔΑ, αλλά «η κυβέρνηση δημιουργεί έναν παράλληλο ιδιωτικό φορέα, με ένα ΔΣ διοριζόμενο και ελεγχόμενο από αυτή, ως πεδίο πελατειακών σχέσεων, ευνοιοκρατία, ρουσφέτια, αδιαφάνεια, διαπλοκή, διαφθορά».
Η κυρία Φωτίου ανέφερε ότι «φυσικά και η Νέα Αριστερά καταψηφίζει το νομοσχέδιο, αφού αποτελεί ένα ακόμη κόλπο της κυβέρνησης για να τορπιλίσει την αντίσταση των εργαζομένων. Όμως σήμερα, οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι στους δρόμους, διεκδικώντας την μη υλοποίησή του στην πράξη, όπως συνέβη και με άλλους αντεργατικούς και αντιλαϊκούς νόμους. Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση βρίσκεται πλέον σε αποδρομή και δεν θα έχει το χρόνο να εφαρμόσει κανένα από τα επαίσχυντα σχέδιά της για τη χώρα».
Ο ειδικός αγορητής της “Νίκης” Σπύρος Τσιρώνης δήλωσε την καταψήφιση του νομοσχεδίου επί της Αρχής, τονίζοντας ότι «δεν αποτελεί καμία μεταρρύθμιση. Πρόκειται για την εγκαθίδρυση ενός πλαισίου, που εισάγει αυθαίρετες και δυσανάλογες ποινές, ενισχύει την πειθαρχική εξουσία της εκάστοτε διοίκησης και περιορίζει τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα των εργαζομένων. Στόχος είναι να φιμωθούν όσοι αντιστέκονται, να ποινικοποιηθεί κάθε μορφή διεκδίκησης και να καλλιεργηθεί κλίμα φόβου και πειθάρχησης».
Η Πολιτεία, είπε ο βουλευτής της “Νίκης”, «αντί να στηρίξει τους ανθρώπους του δημόσιου τομέα που σήκωσαν και συνεχίζουν να σηκώνουν το βάρος της κοινωνικής συνοχής, προωθεί προς ψήφιση νομοσχέδιο που όχι μόνο δεν στηρίζει, αλλά τιμωρεί». Απέδωσε στην Κυβέρνηση «τιμωρητική εμμονή σε βάρος των δημοσίων υπαλλήλων και εμμονική αντιμετώπιση του δημοσίου τομέα ως εξ ορισμού ανεπαρκούς και την εξιδανίκευση του ιδιωτικού τομέα».
Ο δημόσιος τομέας, τόνισε ο κ. Τσιρώνης «δεν είναι τσιφλίκι κανενός. Οι υπάλληλοι δεν είναι πειθαρχημένοι υπήκοοι, αλλά εργαζόμενοι με αξιοπρέπεια, δικαιώματα και κοινωνική αποστολή». Υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι «το νέο πειθαρχικό δίκαιο “υποτάσσεται” και λαμβάνει υπόψη, μόνον τις αποφάσεις τής ποινικής δικαιοσύνης. Το νέο πειθαρχικό δίκαιο δεν λαμβάνει υπόψη του ούτε τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Θέτει σε λαιμητόμο και το δικαίωμα της αναλογικής επιβολής πειθαρχικής ποινής». Εκτίμησε ότι «ο υπαλληλικός φόβος θα αποκτήσει ενδημικά χαρακτηριστικά και είναι απολύτως βέβαιο ότι θα ευνουχιστούν υπηρεσιακά όλες οι υπηρεσίες που έχουν σχέση με ελέγχους- αυτοψίες- επιβολή προστίμων- εφαρμογή διοικητικών μέτρων και υπηρεσιακών μηνύσεων». Ο μεγάλος στόχος της κυβέρνησης, υποστήριξε ο κ. Τσιρώνης, «είναι η καταπάτηση του Συντάγματος, που αφορά την άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, και το επιχειρεί μέσω αυτού του νομοσχεδίου». Προσέθεσε ότι «πρόκειται για πρωτοφανή μεθόδευση και ίσως παγκόσμια αρνητική πρωτιά, καθώς οι διαφορές των εργαζομένων με τον εργοδότη (το Δημόσιο εν προκειμένω) θα επιλύονται από τους νομικούς συμβούλους της εργοδοσίας» και επισήμανε ότι «ο Συνήγορος του Πολίτη αναδεικνύει την ανάγκη σεβασμού της συνταγματικά κατοχυρωμένης ανεξαρτησίας των Ανεξάρτητων Αρχών σχετικά με το πειθαρχικό δίκαιο δημοσίων υπαλλήλων».
Η ειδική αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας Ελένη Καραγεωργοπούλου, δήλωσε την πλήρη αντίθεση του κόμματός της στο νομοσχέδιο λέγοντας ότι πρόκειται για «ένα εκτρωματικό πολυνομοσχέδιο που ανήκει στη λογική του μηχανισμού καταστολής τής ελεύθερης σκέψης και της συρρίκνωσης των δικαιωμάτων των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα μέσα από τη διεύρυνση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στο όνομα και με επίκληση του δημοσίου συμφέροντος». Το σχέδιο νόμου αυτό, είπε η βουλευτής, «ολοκληρώνει το σχέδιο εξυπηρέτησης των νέων ιδιοκτητών ιδιωτικών συμφερόντων με απολύσεις, αυστηρούς νόμους απορρύθμισης του δημόσιου τομέα, με εξώθηση του πληθυσμού κάτω από τα όρια της φτώχειας, επιβάλλοντας λαθραία ιδιωτικοποιήσεις σε όλους τους τομείς ενόσω η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση σοκ από την καθίζηση της οικονομίας με τις παταγώδεις αποτυχίες σας στην εξωτερική πολιτική κοιτώντας προς κάθε σημείο προσανατολισμού».
«Το παρόν τρομονομοσχέδιο», υποστήριξε, «προαναγγέλλει μια ακόμα δυστοπία δείχνοντας μία από τις χειρότερες όψεις της πολιτικής σας, εμπλουτίζοντας τα εργαλεία πλήρους υποταγής στο κράτος-επιχειρηματία με την προληπτική πειθάρχηση, το χτύπημα της συνδικαλιστικής δράσης, τη φίμωση κάθε αντιπολιτευτικής φωνής, την προληπτική καταστολή των εργαζομένων, με γενικές ρήτρες τις οποίες θα ερμηνεύει κατά το δοκούν ο έχων τον λόγο της εξουσίας». Σκοπός είναι «η μετατροπή κάθε χώρου εργασίας σε τάφους σιωπής όπου καμία αντίδραση, καμία δυσαρέσκεια, κανένας ψίθυρος καν αντίλογου δεν θα δύναται να εκφραστεί».
Η βουλευτής της Πλεύσης Ελευθερίας, διαφώνησε μεταξύ άλλων «τα νέα πειθαρχικά συμβούλια να αποτελούνται αποκλειστικά από διορισμένα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, δηλαδή τους εντολοδόχους του Δημοσίου, που ενεργούν για την κυβέρνηση, με σκοπό την πλήρη υποταγή στο επιτελικό κράτος επιχειρηματία, την προληπτική πειθάρχηση, το χτύπημα της συνδικαλιστικής δράσης και τη φίμωση κάθε αντιπολιτευτικής φωνής με στόχο την προληπτική καταστολή των εργαζομένων ή την πλήρη απαξίωσή τους ως οι μη ορατοί».
Σταματήστε, είπε η κυρία Καραγεωργοπούλου, «να περιφρονείτε τους ευάλωτους, να εγκλωβίζετε υπαλλήλους που είτε πάσχουν οι ίδιοι, είτε φροντίζουν τέκνα ή συζύγους με βαριά αναπηρία, ή είναι μονογονεϊκές οικογένειες. Η κινητικότητα σε αυτές τις περιπτώσεις εργαζομένων χρήζει άλλης προσέγγισης που θα εξυπηρετεί στο ακέραιο την υγειονομική οικογενειακή και λειτουργική τους κατάσταση με άρση των αποκλεισμών τους. Αναγνωρίστε επιτέλους ως προτεραιότητα την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την ανθρώπινη ζωή πριν από υπηρεσιακές ανάγκες και γραφειοκρατία».
Η βουλευτής της Πλεύσης Ελευθερίας ζήτησε να αποσυρθεί το σύνολο του πρώτου και δεύτερου μέρους του νομοσχεδίου, και να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης ως προς το πλήρες εύρος των ήδη υφιστάμενων αρμοδιοτήτων του, σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
www.ertnews.gr
Πηγή: ertnews.gr
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις