ΛΑΡΙΣΑΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ

Καφενείον το «Εμπορικόν»: Το καφενείο σύμβολο της μεταπολεμικής κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής της Λάρισας

Μνήμες παλιών καφενείων φέρνει το 2ο Φεστιβάλ Καφέ. Αποτελεί αφορμή για να θυμηθούμε ένα από τα παλιά καφενεία της. Το «Εμπορικόν» που άνοιξε ο Ιωάννης Κυπαρίσσης αρχές του 20ού αιώνα, μετά το πήραν οι αδελφοί Γιαννίκα, ο Τεκελιώτης στη συνέχεια και έκλεισε τον κύκλο του, περίπου τον Αύγουστο του 1971, από τους αδελφούς Πολύζου. Ήταν ένα από τα πιο γνωστά καφενεία της Λάρισας, πέριξ της Κεντρικής πλατείας και ένα από τα τρία που λειτούργησαν κατά τη γερμανοϊταλική κατοχή [1]. Βρισκόταν στην οδό Κύπρου, δίπλα ακριβώς από το σημερινό κτίριο της Λέσχης Αξιωματικών Φρουράς Λάρισας.

Φιλίστορες της Λάρισας έγραψαν γι’ αυτό και τους ιδιοκτήτες του, όπως ο δημοσιογράφος της «Ε» Βάσος Καλογιάννης το 1971 (όταν έκλεισε), ο Γιώργος Ζιαζιάς στα βιβλία του, ο Νικ. Παπαθεοδώρου και ο Αλεξ. Γρηγορίου με άρθρα τους στην «Ε» μεταγενέστερα. Ο Ιωάννης Κυπαρίσσης ήδη είχε ανοίξει το καφενείο και καφεκοπτείο «Το Κέντρον των Εμπόρων» (γύρω στο 1902) [2] στην οδό Πανός. Στις 19 Φεβρουαρίου 1910 [3] έκανε το επόμενο επιχειρηματικό βήμα. Μεταφέρθηκε στο καφενείο κάτω από τη Λέσχη Ασλάνη, δηλαδή στην οδό Κύπρου, στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα η Λέσχη Αξιωματικών Φρουράς Λάρισας. Το ονόμασε «Νέον Κέντρον Εμπόρων» – μετά ζύθου Κλωναρίδου και καφεκοπτείου», Ιωάννου Δ. Κυπαρίσση και Σια, με συνέταιρο τον Βασίλειο Δούσιο. Σύμφωνα με τη διαφήμιση της εποχής: «Ο κ. Κυπαρίσσης, εκτός του καφενείου, προικίζει την Λάρισαν και με τελειότατον ηλεκτρικόν καφόμυλον, εις τον οποίον όλα τα σπήτια της Λαρίσης θα κόβουν τον καφφέ τους με λίαν ευθυνάς τιμάς, καθιστώσας άσκοπον και περιττόν το εν οίκω καβούρτισμα και κόψιμον». Σύμφωνα με τον Γιώργο Ζιαζιά [4], ήταν το πρώτο καφενείο που έφερε και σερβίριζε μπίρα χύμα με τιμή ποτηριού 1,20 δραχμές και κανάτας 5 δραχμές.

«Στο ζυθοπωλείο του Ιωάννη Κυπαρίσση [5], δόθηκαν μετά από το 1910 δεκάδες χοροί συλλόγων, σωματείων και φιλανθρωπικών οργανώσεων. Ο πρώτος μεγάλος χορός που διοργανώθηκε (Φεβρουάριος 1910) και άφησε εποχή στα καλλιτεχνικά δρώμενα της Λάρισας ήταν ο χορός του Σωματείου των Εμποροϋπαλλήλων (πρόεδρος ο Φώτης Παππάς), στον οποίο παρευρέθηκαν οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές της πόλης. Τα έσοδα του χορού διατέθηκαν εξ ολοκλήρου για την ίδρυση Νυκτερινής Λαϊκής Σχολής. Ο Κυπαρίσσης διετέλεσε ιδρυτικό μέλος (1904) του Συνδέσμου Σαμαριναίων Λαρίσης «Ο Σωτήρ» (πρώτος πρόεδρος ο Ιωάννης Παντοστόπουλος) και τα επόμενα χρόνια εκλεγόταν συνεχώς στο Διοικητικό Συμβούλιο του συλλόγου».

Μερικά χρόνια αργότερα (πριν τον θάνατό του το 1918), ο Κυπαρίσσης μετακόμισε ακριβώς στη διπλανή οικοδομή από το ισόγειο της Λέσχης Ασλάνη, στο καφενείο «Εμπορικόν», όπου λειτούργησε και παντοπωλείο. Το καφενείο κάτω από τη Λέσχη Ασλάνη το πήρε ο Μήτσος Μπόκοτας [6]. Όπως γράφει ο Αλέξανδρος Γρηγορίου [7], «στις αρχές του 1918 ο Ιωάννης Κυπαρίσσης προσβλήθηκε από φυματίωση. Μετά από προτροπή των ιατρών, μετέβη στην ιδιαίτερη πατρίδα του τη Σαμαρίνα για αποθεραπεία. Η κατάσταση της υγείας του, όμως, ήταν ήδη μη αναστρέψιμη. Απεβίωσε στις 23 Ιουλίου 1918 σε ηλικία 39 ετών. Ενταφιάστηκε στο Παλαιό Νεκροταφείο της Λάρισας.

Ο Γιώργος Ζιαζιάς γράφει [8] ότι μετά τον θάνατο του Κυπαρίσση το καφενείο εκμεταλλεύτηκαν οι Γεωργ. και Δημ. Γιαννίκας, μετά το πήρε ο Κων. Τεκελιώτης και τελευταίοι οι Γιάννης και Κων. Πολύζος. Στο καφενείο σύχναζαν κυρίως κτηνοτρόφοι και γεωργοί, γι’ αυτό τους μήνες Απρίλιο και Σεπτέμβριο, που γίνονταν συμφωνίες για τις «ρόγες» με τους τσοπαναραίους, λιβάδια κ.λπ. δεν εύρισκες καρέκλα να καθίσεις. Εκεί, επίσης, σύχναζαν και οι ασχολούμενοι με τα γαλακτοτυροκομικά προϊόντα».

Τον Μάιο του 1949 εξερράγη πυρκαγιά στο υπόγειο του καφενείου, χωρίς να υποστεί σοβαρές ζημιές, σύμφωνα με «Ευχαριστήριο» προς την πυροσβεστική του διευθυντή του καταστήματος, Κων. Δ. Πολύζου, το οποίο δημοσιεύτηκε στην «Ε» στις 7 Μαΐου 1949. Στις 28 Αυγούστου 1971 ο Βάσος Καλογιάννης έγραψε στην «Ε» με τίτλο «Έκλεισε το «Εμπορικόν» – Όπως το «Βυζάντιο» της Αθήνας» και τα εξής: «Δεν είναι ένας μήνας περίπου, που η Λάρισα, ίσως αδιάφορη ή περισπασμένη από το άγχος και το άχθος του ημερονυκτίου βίου της, είδε να κλείνη για πάντα, τις πύλες του, ένα από τα πιο παληά και τα γνωστότερα, παραδοσιακά καφενεία της: Έκλεισε το «Εμπορικόν» του κ. Γιάννη Πολύζου, αφού συμπλήρωσε μισού αιώνος ζωή. Πριν από 50 χρόνια τώχε ανοίξει ο Γιάννης Κυπαρίσσης. Το «Εμπορικόν» καφενείο όχι μονάχα εξυπηρέτησε, αλλά και εκόσμησε τον τόπο.

Το ιστορικό του είναι συνυφασμένο με αυτήν την ιστορία της πόλεως: Με το καμάρι των πρωτοϊδρυτών του, άνοιξε τότε, για να διαδεχθή τους καφενέδες της παλιάς τουρκόπολης, στους σοφάδες και στα χαγιάτια των οποίων οι «Κισμετλήδες» (μοιρολάτρες) Ανατολίτες κάπνιζαν τον ναργιλέ τους, καθώς στους χωματόδρομους διάβαιναν οι οπισθοδρομικοί αραμπάδες. Και το «Εμπορικόν» στάθηκε τότε, λόγω της θέσεώς του, το κέντρο και το σύμβολο της καινούριας κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής του τόπου.

Η Κεντρική πλατεία του πάλαι ποτέ Πετρεντήν Μπέη είχε γίνει «πλατεία Ελευθερίας», στην οποία οι Λαρισινοί βολτάρουν με το κεφάλι ψηλά και φορτωμένο από σχέδια αναδημιουργίας, ύστερα από τον υπερτετρακοσάχρονο τούρκικο ζυγό. Στις αίθουσές του και στα τραπέζια του η πολυπληθής πελατεία των εμπόρων, των κτηματικών, των μεγαλοκτηνοτρόφων, έκαμναν και συνομολογούσαν πράξεις, που θα ανέβαζαν το βιοτικό επίπεδο του κόσμου των αστών και της βιοπάλης. «Είδε και οίδε» το καφενείο «Εμπορικόν» κι έζησε συγκλονιστικές όσο και φάσεις ρουτίνας της λαρισινής ζωής […]».

Μετά το κλείσιμο του «Εμπορικόν» το 1971, στη θέση του εγκαταστάθηκε το υποδηματοπωλείο «Στάνταρντ Αλιμπέρτη» [9].

——————————————————————-

[1]. Νικόλαος Παπαθεοδώρου, εφημερίδα «Ελευθερία», Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα, «Η Λάρισα ήταν από παλιά η πόλη του καφέ», 10 Απριλίου 2019.

[2 ]. Αλέξανδρος Γρηγορίου, εφημερίδα «Ελευθερία», στήλη «Προσωπογραφίες», Ιωάννης Δ. Κυπαρίσσης (1879-1918) – Ένας μποέμ επιχειρηματίας της Λάρισας, 20 Δεκεμβρίου 2020.

[3]. Εφημερίδα «Μικρά», διαφημιστική καταχώριση στις 18 Φεβρουαρίου 1910, αρχείο βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων, από έρευνα μελών της Φωτοθήκης του Ομίλου Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας.

[4]. Γιώργος Ζιαζιάς, «Αναζητώντας τη χαμένη Λάρισα-50 χρόνια μνήμες και αναπολήσεις (1900-1950), Λάρισα, 1994, σελ. 79.

[5 ]. Αλέξανδρος Γρηγορίου, εφημερίδα «Ελευθερία», στήλη «Προσωπογραφίες», Ιωάννης Δ. Κυπαρίσσης (1879-1918) – Ένας μποέμ επιχειρηματίας της Λάρισας, 20 Δεκεμβρίου 2020.

[6]. Γιώργος Ζιαζιάς «Αναζητώντας τη χαμένη Λάρισα-50 χρόνια μνήμες και αναπολήσεις (1900-1950), Λάρισα, 1994, σελ. 79.

[7 ]. Αλέξανδρος Γρηγορίου, εφημερίδα «Ελευθερία» ,στήλη «Προσωπογραφίες», Ιωάννης Δ. Κυπαρίσσης (1879-1918) – Ένας μποέμ επιχειρηματίας της Λάρισας, 20 Δεκεμβρίου 2020.

[8]. Γιώργος Ζιαζιάς, «Αναζητώντας τη χαμένη Λάρισα-50 χρόνια μνήμες και αναπολήσεις (1900-1950), Λάρισα, 1994, σελ. 80.

[9]. Νικόλαος Παπαθεοδώρου, εφημερίδα «Ελευθερία», Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα, «Η Λάρισα ήταν από παλιά η πόλη του καφέ», 10 Απριλίου 2019.

Από τον Βαγγέλη Ρηγόπουλο / rigo18@otenet.gr / Φωτοθήκη Λάρισας

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις
Ετικέτες