ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Αμυντικές δαπάνες: Το αθέατο κόστος που συνοδεύει την… «ρήτρα διαφυγής»

Η επιστροφή της γεωπολιτικής αβεβαιότητας στην Ευρώπη και οι ολοένα εντονότερες στρατηγικές απειλές υποχρεώνουν την Ευρώπη να ξαναβάλει την άμυνα στο κέντρο της πολιτικής της ατζέντας. Για την Ελλάδα, αυτή η νέα πραγματικότητα δεν είναι μόνο πρόκληση ασφαλείας — είναι και μια σπάνια ευκαιρία για δημοσιονομική ανάσα, στρατηγική αναβάθμιση και ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.

Η λεγόμενη «ρήτρα διαφυγής», δηλαδή η δυνατότητα της παροδικής απόκλισης από τους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, προσφέρει στα κράτη-μέλη τη δυνατότητα να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες τους, χωρίς να τιμωρούνται με κυρώσεις. Για χώρες όμως με υψηλό χρέος —όπως η Ελλάδα— αυτό σημαίνει ότι το δημοσιονομικό περιθώριο κινείται σε τεντωμένο σχοινί.

Οι αμυντικές δαπάνες και η προειδοποίηση της ΤτΕ

Η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποιεί πως ναι μεν η ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής παρέχει πολύτιμο χώρο για την κάλυψη επειγουσών αμυντικών αναγκών, αλλά ταυτόχρονα αυξάνει τον κίνδυνο για υψηλότερα ελλείμματα και χρέος στο μέλλον.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή την οποία επικαλείται και στην έκθεση της η ΤτΕ, στις χώρες για τις οποίες εγκρίθηκε η προσωρινή απόκλιση από τα συμφωνημένα όρια δαπανών, θα οδηγήσει σε αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του χρέους κατά 1,3 και 2,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ αντίστοιχα κατά μέσο όρο το 2028, εφόσον η μέγιστη επιτρεπόμενη αύξηση των αμυντικών δαπανών (κατά 1,5% του ΑΕΠ) υλοποιηθεί σταδιακά την περίοδο 2025- 28.

Ως εκ τούτου, η υψηλότερη δαπάνη την περίοδο 2025-28 θα μπορούσε να συνεπάγεται πρόσθετη δημοσιονομική προσπάθεια ύψους 0,4 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ κατά μέσο όρο στο δεύτερο κύκλο των Μεσοπρόθεσμων Δημοσιονομικών-Διαρθρωτικών Σχεδίων (ΜΔΣ) που ξεκινά το 2029, προκειμένου να ικανοποιηθούν τα κριτήρια της βιωσιμότητας χρέους και το όριο του ελλείμματος.

Οι κίνδυνοι της χρηματοδότησης με δάνεια

Η χρηματοδότηση των αυξημένων αμυντικών δαπανών μέσω δανεισμού ενέχει σοβαρούς κινδύνους για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, εάν οι επιπλέον δαπάνες δεν συνοδευθούν από μέτρα εξοικονόμησης δαπανών ή αύξησης εσόδων καθώς θα οδηγήσουν σε υψηλότερα επίπεδα χρέους και αυξημένες δαπάνες για τόκους.

Σύμφωνα με ανάλυση της ΕΚΤ, η ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής θα οδηγήσει σε προσωρινή επιδείνωση της πορείας του δημόσιου χρέους για τις χώρες της ευρωζώνης με υψηλό δημόσιο χρέος. Παρότι η πλήρης συμμόρφωση με το ΣΣΑ στη δεύτερη περίοδο σχεδιασμού (μετά το 2028) μπορεί να επαναφέρει το χρέος σε πτωτική πορεία, το επίπεδο του χρέους το 2035 εκτιμάται περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ υψηλότερα σε σχέση με το βασικό σενάριο.

Η επιβάρυνση στο δημόσιο χρέος

Άρα με πολύ απλά λόγια εάν η χώρα μας αξιοποιήσει πλήρως το μέγιστο επιτρεπόμενο όριο αύξησης των αμυντικών δαπανών (κατά 1,5% του ΑΕΠ), το δημόσιο χρέος και το έλλειμα θα επιβαρυνθούν ενώ θα απαιτηθεί πρόσθετη δημοσιονομική προσπάθεια μετά το 2029 για να επανέλθει σε πτωτική πορεία. Με λίγα λόγια αυτό που θα ξοδέψει η χώρα στις αμυντικές δαπάνες μέχρι το 2028, θα πρέπει να το «μαζέψει» στο νέο κύκλο που θα αρχίζει από το 2029.

Η ευρωπαϊκή ατζέντα επανεξοπλισμού

Ωστόσο, για την Ελλάδα η ευρωπαϊκή ατζέντα επανεξοπλισμού ανοίγει και μια πόρτα ευκαιρίας σύμφωνα με την ΤτΕ. Μέσω της κοινής ευρωπαϊκής χρηματοδότησης αμυντικών προγραμμάτων και εξοπλισμών, η χώρα θα μπορούσε να καλύψει μέρος από τις ήδη υψηλές αμυντικές δαπάνες της, μειώνοντας το βάρος που σηκώνει εδώ και δεκαετίες από ίδιους πόρους.

Παράλληλα, η συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας σε διακρατικές συμπαραγωγές μπορεί να τονώσει την αυτάρκεια, να δώσει ώθηση στις εξαγωγές αμυντικού υλικού και να ενισχύσει την γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας ως κρίσιμου κόμβου ασφάλειας στη νοτιοανατολική πτέρυγα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.

Η Λευκή Βίβλος και το σχέδιο Readiness 2030

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με τη Λευκή Βίβλο και το σχέδιο Readiness 2030, στοχεύει να καλύψει δεκαετίες ανεπάρκειας σε επενδύσεις άμυνας. Το νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο SAFE και η πλατφόρμα STEP για στρατηγικές τεχνολογίες κινητοποιούν τόσο δημόσιους όσο και ιδιωτικούς πόρους. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων αναμένεται να αναλάβει και αυτή ρόλο  ενώ η εθνική ρήτρα διαφυγής εξασφαλίζει επιπλέον δημοσιονομικό χώρο.

Ωστόσο, όλα αυτά θα έχουν θετικό αποτύπωμα μόνο εφόσον οι δαπάνες κατευθυνθούν σε καλά σχεδιασμένες επενδύσεις με υψηλή αναπτυξιακή προστιθέμενη αξία: έργα υποδομών, ενέργειας, έρευνας και καινοτομίας που θα θωρακίσουν τη χώρα και θα ενισχύσουν και άλλους δυναμικούς τομείς της οικονομίας σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ.

Η ενίσχυση της απασχόλησης

Η εμπειρία δείχνει ότι οι χώρες με ισχυρή εγχώρια αμυντική βιομηχανία (όπως η Γαλλία και η Γερμανία) αποκομίζουν μεγαλύτερο οικονομικό όφελος, καθώς περιορίζουν τις εισαγωγές και ενισχύουν την απασχόληση. Αντίθετα, χώρες που εξαρτώνται από εισαγωγές και δεν επενδύσουν  σε συμπαραγωγές  θα βλέπουν τη δημόσια δαπάνη για άμυνα να «φεύγει» στο εξωτερικό χωρίς να επιστρέφει πολλαπλασιαστικά στην εγχώρια οικονομία.

Συμπέρασμα; Για την Ελλάδα, το νέο ευρωπαϊκό σχέδιο άμυνας είναι δίκοπο μαχαίρι: ευκαιρία για επανεκκίνηση της αμυντικής βιομηχανίας και στρατηγική αναβάθμιση — αλλά και κίνδυνος νέας δημοσιονομικής πίεσης αν δεν υπάρξει σχεδιασμός και αξιοποίηση με όρους ανάπτυξης.

Πηγή: ot.gr

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις