ΛΑΡΙΣΑΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ
Η Λάρισα του Πέτρου Ευθυμίου: Νιώθω σαν ένας Λαρισαίος εν εξορία

Ο Λαρισαίος Πέτρος Ευθυμίου, πρώην Υπουργός Παιδείας επί Κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, Ευρωβουλευτής, δημοσιογράφος και φιλόλογος καθηγητής, μίλησε στο onlarissa.gr για τη δική του Λάρισα, που αν και την αποχωρίστηκε πολύ μικρός εξακολουθεί να τη θεωρεί την πραγματική του πατρίδα.
Συνέντευξη στην Εύη Μποτσαροπούλου
Ο Πέτρος Ευθυμίου είναι ένας εξαιρετικά καλός αφηγητής,ο οποίος μέσα από τις διηγήσεις του για τις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας καταφέρνει να φωτίσει τη Λάρισα της δεκαετίας του ΄50 και του ΄60, την κουλτούρα και την πνευματική ζωή της πόλης, το ρόλο του σχολείου της εποχής εκείνης. Ταυτόχρονα δε, κάνει μια διεισδυτική ανάλυση της εξέλιξης της πόλης και των χαρακτηριστικών του σύγχρονου Λαρισαίου και εξηγεί πως η ίδια η πόλη και συγκεκριμένες λαρισαικές προσωπικότητες τον διαμόρφωσαν ως χαρακτήρα, ως δημοσιογράφο και πολιτικό.
Κύριε Ευθυμίου γεννηθήκατε στη Λάρισα, αλλά φύγατε πολύ νωρίς. Ποια είναι η σχέση σας με την πόλη έκτοτε;
Γεννήθηκα το 1950 στη Λάρισα, τελείωσα το 1ο Δημοτικό σχολείο που συστεγαζόταν στο περίφημο ιστορικό και διατηρητέο κτίριο του 3ου Δημοτικού. Αμέσως μετά, το 1962, η οικογένεια μου μετακόμισε στην Αθήνα γιατί ο πατέρας μου, από Περιφερειακός Επιθεωρητής Ταχυδρομείων επτά νομών με έδρα τη Λάρισα, προήχθη σε Διευθυντή της Ταχυδρομικής Υπηρεσίας στο Υπουργείο Συγκοινωνιών.

Ωστόσο, η οικογένειά μου, κυρίως από την πλευρά της μητέρας μου (η δασκάλα Χριστίνα Ευθυμίου, κόρη του Απόστολου Βακάλη, σημαντικής προσωπικότητας της Λάρισας) είναι πολυάριθμη και διατήρησα ισχυρούς δεσμούς, με αποτέλεσμα να έρχομαι στη Λάρισα πολλές φορές το χρόνο, κυρίως Χριστούγεννα, Πάσχα και το καλοκαίρι. Άλλωστε, όλοι στο Βακαλαίικο είναι πιο γλεντζέδες, ενώ οι Ευθυμίου είναι πιο προτεστάντες… Και με την αδελφή μου Μαρία, ερχόμαστε ακόμα και τώρα, μόνον για οικογενειακά γλέντια, με πολλή μουσική, τραγούδι και χορό… Μέχρι το 1998, επίσης, ερχόμουν πολύ συχνά, αυθημερόν με το τρένο, για να δω για λίγες ώρες, την αδελφή του πατέρα μου, την δασκάλα επίσης, Κλεοπάτρα (Πιπίνα) Ευθυμίου-Ράπτου, με την οποία είχα μια πολύ βαθιά σχέση, καθώς ήταν άνθρωπος ιδιαίτερης ευαισθησίας και καλλιέργειας.
Ο άντρας της (και νονός μου), ο Κωνσταντίνος Ράπτης, ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος, πάρα πολύ ξεχωριστός. Προερχόταν από τους Ραπταίους, πλούσιους κτηνοτρόφους με έδρα την Ροδιά Τυρνάβου, οικογένεια που είχε συγκλονίσει την Ελλάδα την δεκαετία του 1920, με την απαγωγή για λύτρα ενός μικρού γυιού, από την τελευταία ληστοσυμμορία του Ολύμπου, του λήσταρχου Μπαμπάνη. Ο νονός μου είχε σπουδάσει πολιτικός μηχανικός στο μεσοπόλεμο στην Αυστρία και την Γερμανία. Μίλαγε αγγλικά και γερμανικά καλύτερα από όσο μιλάνε οι έλληνες φιλόλογοι τα ελληνικά και την περίοδο της κατοχής τον χρησιμοποιούσαν οι έλληνες για να κάνουν υπομνήματα στα γερμανικά στις αρχές κατοχής. Θυμήθηκα μια ιστορία τώρα… κάποτε κάποιος ζήτησε άδεια να ταξιδέψει στη Θεσσαλονίκη για να αρραβωνιαστεί και ο νονός μου στην αίτηση για την άδεια χρησιμοποίησε ένα ποίημα του Γκαίτε για τους ερωτευμένους. Εντυπωσιάστηκαν τόσο οι Γερμανοί στην Κομμανταντούρ, που τον κάλεσε ο γερμανός Διοικητής για να γνωρίσει τον Έλληνα που έγραφε γερμανικά καλύτερα από τους ίδιους… Είχε μια απέραντη καλλιέργεια ο Κώστας Ράπτης. Μου έμαθε να αγαπάω και να διαβάζω τους κλασσικούς, μου έμαθε να παίζω σκάκι ως παιγνίδι στρατηγικής, μου μίλαγε για διεθνή πολιτική (ήταν μεγάλος θαυμαστής του Ουίνστον Τσώρτσιλ) και ακούγαμε μαζί ειδήσεις στο BBC για να μαθαίνω τί σημαίνει αξιόπιστη δημοσιογραφία και καλή αγγλική προφορά. …Αυτοί οι δύο άνθρωποι, η νονά μου και ο νονός μου, έπαιξαν πολύ μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωσή μου και υπήρξαν πάντα το δεύτερο σπίτι μου στη Λάρισα.
Και όλα αυτά συνέβαιναν στη Λάρισα στις δεκαετίες του ΄50 και του ΄60! Αυτό που θέλω να πω είναι ότι στη Λάρισα υπήρχαν τέτοιοι άνθρωποι και ότι η πόλη είχε τέτοιο βάθος κουλτούρας…
Για σας λοιπόν Λάρισα είναι αυτοί οι δύο άνθρωποι;
Όχι. Για μένα η Λάρισα είναι αυτό που λέμε και δεν ξέρω σε ποιον συγγραφέα να το αποδώσω, ότι η πραγματική μας πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία.

Την νιώθω να προοδεύει· στην αλυσίδα της εξέλιξης έχει κάνει καλά βήματα με αποτέλεσμα να μην νιώθω μόνο νοσταλγία, αλλά και χαρά.
Πως ήταν η Λάρισα του ΄50 και του ΄60;
Η Λάρισα του ΄50 και του ΄60, για τα μέτρα της εποχής, ήταν πάντα ανάμεσα στις πέντε μεγαλύτερες ελληνικές πόλεις. Είχε πάντα μια ισχύ που στηριζόταν στην οικονομία και στον κάμπο αλλά και στα κέντρα διοίκησης που συγκέντρωνε λόγω γεωγραφικής θέσης. Ήταν όμως, ένα μείγμα άστεως και πόλης της επαρχίας. Είχε ένα σαφή αστικό πυρήνα, αλλά και τα κενά της εποχής. Στην γειτονιά μου, για παράδειγμα, πολλοί κάθετοι δρόμοι στην Ιάσωνος, ήταν χωματόδρομοι και τα αυτοκίνητα ήταν πολύ σπάνια.
Ήταν μια κοινωνία που έβγαινε από δύο πολέμους. Υπήρχε η παιδική εργασία ακόμη… πολλοί ήταν οι παραγιοί στα μαγαζιά.
Τι θυμάστε από τα παιδικά σας παιχνίδια;
Τα παιδικά παιχνίδια ήταν κυρίαρχα. Υπήρχε γενικά μια οικείωση με το χώρο που σου έδινε την ευκαιρία να δραπετεύεις… Κάναμε (κρυφά βέβαια) μπάνιο στον Πηνειό, το νερό τότε δεν ήταν ρυπασμένο, στο ύψος του υδραγωγείου, που ήταν βέβαια πολύ επικίνδυνο γιατί υπήρχαν ρουφήχτρες. Πηγαίναμε με τα ποδήλατα στην Αβερώφειο Σχολή. Η Λάρισα έχει μια κλίμακα που σου επιτρέπει να κάνεις πολλά. Κάναμε πειράματα κλέβοντας ασετυλίνη από τις σιδηροδρομικές σημάνσεις και απογομώναμε άσκαστα βλήματα που βρίσκαμε στο Μεζούρλο για να κάνουμε φωταψίες με την εκρηκτική ύλη, τα «μακαρόνια», όπως τα λέγαμε. Θα έλεγα ότι κάναμε επικίνδυνες σκανδαλιές… σκάβαμε μια τρύπα στο χώμα, ρίχναμε νερό και ασετυλίνη την σκεπάζαμε με μια κονσέρβα τρυπημένη με καρφί, περνάγαμε μετά από πάνω ένα κουρέλι που καιγόταν, κρεμασμένο σε ένα καλάμι, και είχαμε μια ωραία έκρηξη και τον δικό μας πύραυλο… Υπήρχε μια έντονη ζωή στο παιχνίδι… αντίπαλες ομάδες στις γειτονιές, σφεντόνες, πετροπόλεμος, ανοιγμένες μύτες και κεφάλια, ιπποτισμός και προδοσία, φιλία και σκληρότητα. Το παιγνίδι ήταν παράλληλο σχολείο με το σχολείο. Καμιά φορά, πιο διδακτικό.

Υπήρχε πνευματική ζωή στη πόλη;
Βεβαίως. Υπήρχε το σινεμά, το Ωδείο που για μένα ήταν σχεδόν εξίσου σημαντικό με το σχολείο… Έκανα έξη χρόνια μαθήματα βιολιού με τον Άρη Μακρή, τον αδερφό του Κίτσου Μακρή του λαογράφου· δεν ήταν μόνο τα μαθήματα βιολιού, ήταν ένας ολόκληρος κόσμος… Πηγαίναμε στο σπίτι του Μακρή στην Ανακασιά του Βόλου, ένας παλιός στάβλος που είχε μετατραπεί σε ένα χώρο εξαιρετικής αρχιτεκτονικής και αισθητικής, και με θυμάμαι πιτσιρικά να βλέπω όλη αυτή τη θέα της θάλασσας με συνοδεία κλασικής μουσικής. Ήταν παραπάνω από εκπαίδευση. Ήταν Παιδεία.
Στις εξετάσεις του Ωδείου στην Έκτη Δημοτικού, ο Άρης Μακρής είχε φέρει στη Λάρισα τον Αντίοοχο Ευαγγελάτο, τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Ελληνικού Ωδείου και αρχιμουσικό της Λυρικής, και εγώ έπαιξα τον Μικρό Μαθητή σε βιολί και πιάνο του Μότσαρτ. Πριν παίξω, ο Μακρής μου έβαλε να ακούσω πολλά κομμάτια του Μότσαρτ, μου μίλησε για την ζωή και το έργο του, ώστε να μην βλέπω τις νότες, αλλά έναν κόσμο, μέσα από τις νότες…
Είχα καθηγητή γαλλικών στο Institute Francaises τον Βαμβακά, ο οποίος ανήκε στη γενιά των διανοούμενων που είχε καταφύγει στο Παρίσι μετά τον πόλεμο, και αν έμενε εκεί, ίσως να έκανε μεγάλη καριέρα ως τραγουδιστής. Έχει γράψει και ένα βιβλίο για τη ζωή του στο Παρίσι. Αυτός ο άνθρωπος σου μίλαγε για την Γαλλία και ήταν σαν να την ζούσες…
Ο Τάκης Τλούπας, φίλος των γονιών μου, αλλά, ιδίως του θείου μου Κώστα Βακάλη, μου καλλιέργησε το ενδιαφέρον, όχι μόνον για την φωτογραφία, αλλά για την αγάπη που είχε στην αρχαιολογία. Είμαι πολύ στεναχωρημένος που σε κάποιες μετακομίσεις χάθηκε ένα νεολιθικό εργαλείο που μου είχε χαρίσει, όταν κατάλαβε το γνήσιο ενδιαφέρον μου για την Ιστορία.
Στην Λάρισα το 1961, πήγα σε όλες τις πολιτικές συγκεντρώσεις των εκλογών του 1961, στην Λάρισα έζησα με συγγενείς στην εξορία, το βουβό μετεμφυλιακό κλίμα, τις εκθέσεις της «Πολεμικής Αρετής των Ελλήνων» στην κεντρική πλατεία, την αξιοπρέπεια του πατέρα μου, που, αν και δημόσιος υπάλληλος, αγόραζε και διάβαζε κάθε μέρα το «ΒΗΜΑ», και αντιμετώπιζε περιφρονητικά τους επαγγελματίες «εθνικόφρονες», που σταδιοδρομούσαν εκείνη την εποχή στην δημόσια υπηρεσία.
Στο σχολείο μας επίσης, είχε γίνει μια δωρεά από την Ελληνοαμερικανική Ένωση ενός πολυγράφου και μεις τα παιδιά του Δημοτικού βγάλαμε την δική μας εφημερίδα, την οποία τυπώναμε στον δικό μας πολύγραφο!
Είναι εντυπωσιακό ότι όλα αυτά συνέβαιναν στη Λάρισα του ΄50 και του ΄60… Όλες αυτές οι εμπειρίες υπήρξαν καθοριστικές, ανέπτυξα μια τάση ζωής… να παρεμβαίνεις, να γράφεις, να αναδεικνύεις θέσεις και θέματα. Ίσως η αγάπη μου για την δημοσιογραφία, να ξεκινά από αυτήν την μαθητική μονοσέλιδη εφημεριδούλα…
Διακρίνω ότι συνδέετε έντονα την πνευματική ζώη του τότε στη Λάρισα με την εκπαίδευση…
Είμασταν τυχεροί που το δημόσιο σχολείο είχε τέτοια ποιότητα εκείνες τις εποχές. Καθοριστικός παράγοντας ήταν ο αφοσιωμένος εκπαιδευτικός της εποχής. Ο έλληνας εκπαιδευτικός, αν και δεν πληρώθηκε ποτέ αντάξια της δουλειάς του, χάρη στην προσφορά του, ήταν ένας άνθρωπος που απολάμβανε ιδιαίτερο κύρος και αναγνώριση στην ελληνική κοινωνία, τουλάχιστον ως τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Τώρα έχει χαθεί σε μεγάλο βαθμό και αυτό…
Υπήρχε πάντα στην οικογένεια μας το μικρόβιο του εκπαιδευτικού και της εκπαίδευσης. Ο παππούς μου, ο φιλόλογος Θόδωρος Ευθυμίου είχε δημιουργήσει το 1916, το πρώτο –ίσως- ιδιωτικό σχολείο στη Λάρισα, το «Ελληνικό Σχολείο». Ο πατέρας μου πήρε το πτυχίο της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών. Τρεις αδελφές του πατέρα μου ήταν δασκάλες. Η μητέρα μου ήταν επίσης αφοσιωμένη και καινοτόμος δασκάλα. Εγώ δίδαξα δέκα χρόνια σε επίπεδο μέσης εκπαίδευσης και δύο χρόνια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Η αδελφή μου, Μαρία Ευθυμίου, είναι η γνωστή και μαγευτική καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Με την αδελφή μου υπολογίσαμε σε κάποια συζήτηση μας, ότι τουλάχιστον εικοσιπέντε άτομα της ευρύτερης οικογένειας μας, συνδέονται με τις τρεις βαθμίδες της εκπαίδευσης…

Εμείς οι μαθητές του 50 και του 60, στο 1ο Δημοτικό, είμασταν στον αστικό πυρήνα της πόλης και προφανώς είμασταν οι σχετικά πιο ευκατάστατοι. Αλλά θυμάμαι τα συσσίτια της αμερικανικής βοήθειας που βράζανε γάλα σκόνη σε ένα καζάνι στο σχολείο και έφερνες από το σπίτι σου την κούπα σου και μας δίναν επίσης ψωμί και τυρί. Για αρκετούς μαθητές, ακόμα και σε αυτό το αστικό κέντρο, το συσσίτιο ήταν το κυρίως φαγητό τους. Όσοι τρώγαμε πρωινό στο σπίτι μας, είχαμε κανονίσει με αυτούς τους συμμαθητές μας και τους δίναμε τη μερίδα μας… Σκεφθείτε, επομένως, πως ήταν η κατάσταση στην περιφέρεια της πόλης και στα ρημαγμένα από τον πόλεμο και τον εμφύλιο, χωριά.
Είναι τεράστια η διαφορά με το σήμερα… σκεφτείτε ότι στο κέντρο της Λάρισας υπήρχαν διακρίσεις και ανισότητες ακόμη και στη διατροφή. Η Λάρισα σήμερα, όπως και όλη η Ελλάδα, είναι ένα άλλο τοπίο. Υπήρξε μια σωρευτική ανάπτυξη όλες τις επόμενες δεκαετίες, που όμως δεν αφομοιώθηκε σωστά και οδήγησε σε ένα απίστευτο καταναλωτισμό. Τότε είχε σημασία να γίνεις καλός και σωστός άνθρωπος, όχι να γίνεις πλούσιος. Αξιζε το τι είσαι και όχι το τι έχεις.
Είναι δεδομένο ότι έχει υπάρξει μια μεταστροφή των νοοτροπιών. Οι μεγάλες κοινωνικές αλλαγές, η ανάπτυξη των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, οι αλλαγές στο κοινωνικό υπόδειγμα, μετέβαλαν και αποδυνάμωσαν τον ρόλο του σχολείου και του εκπαιδευτικού συστήματος στην διαμόρφωση των νέων γενιών. Είναι επιτακτική ανάγκη να ξαναδώσουμε στο εκπαιδευτικό σύστημα την διαμορφωτική δύναμη που διέθετε. Γιατί ο ρόλος της εκπαίδευσης και της Παιδείας, ως δημόσιο αγαθό, είναι μοναδικός και αναντικατάστατος.
Πως βλέπετε στη Λάρισα του σήμερα;
Έχουν γίνει πολλά έργα υποδομών και ανάπλασης· οι πεζοδρομήσεις, η ανάπλαση στις πλατείες με τα έργα της Νέλλα Γκόλαντα, η ανάδειξη του Αρχαίου Θεάτρου, η διαμόρφωση του Φρουρίου και του Πηνειού… Δεν προτιμώ την παλιά εκδοχή της Λάρισας· σήμερα θεωρώ πως έχει αναδειχθεί πολύ περισσότερο η ομορφιά της και έχει υπάρξει ένας σεβασμός στα παλιά της στοιχεία, όσα φυσικά πρόλαβαν να διασωθούν από την θύελλα της ανοικοδόμησης. Δεν είναι σε όλες τις σύγχρονες ελληνικές πόλεις τόσο πετυχημένες αισθητικά οι παρεμβάσεις.
Παρακολουθώ πολύ στενά την πορεία της Λάρισας. Το ίδιο έκανα και όταν ήμουν σε δημόσιες θέσεις, η Λάρισα πάντα ήταν προτεραιότητά μου. Παρακολουθώ τον τοπικό τύπο και τα social media…
Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος για την πόλη;
Δεν θα αναφερθώ σε κάποιον μεγάλο φόβο. Σε μία έρευνα που έκανα για την διαΝΕΟσις για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, επιβεβαίωσα ότι η Λάρισα είναι ένα ισχυρό κέντρο, με μεγάλο παραγωγικό βάθος και δυνατότητες. Ο Δήμος και η Περιφέρεια πρέπει να εναρμονίσουν τους παραγωγικούς φορείς και να υπάρξει πρόνοια ώστε η Λάρισα να μην περιοριστεί στις υπηρεσίες, αλλά να στηρίξει την ανάπτυξη της στην παραγωγή και την καινοτομία. Το μόνο επομένως που με ανησυχεί είναι μήπως η Λάρισα χάσει αυτό το αναπτυξιακό τρένο προς τη σωστή κατεύθυνση· πρέπει να αξιοποιηθεί το σύνολο του δυναμικού της σε συνδυασμό με την 4η Βιομηχανική Επανάσταση και να εστιάσει στην προνομιακή αγροτική παραγωγή και την μεταποίηση. Αυτό χρειάζεται ένα συνεκτικό αναπτυξιακό σχέδιο, που ελπίζω να υπάρχει, ή έστω, να είναι υπό υπεξεργασία.
Με ποιον ήχο ή με με ποια μυρωδιά έχετε συνδυάσει τη Λάρισα;
Την έχω συνδυάσει με οσμές, κυριώς με μυρωδιές από κήπους και καλλιέργειες και το έχω πει αυτό και σε μία συνέντευξη μου στα Νέα… στο τεράστιο διπλανό οικόπεδο από το σπίτι μου υπήρχαν αγροτικά μηχανήματα (πατόζες κτλ) και μεγάλες ποσότητες από κομμένο χόρτο για τις αγελάδες και τους ταύρους που για μεγάλο διάστημα ήταν γείτονες μου.
Όταν ως Πρόεδρος του ΟΑΣΕ είχα επισκεφτεί τον Πύργο Νεμπόισα στο Βελιγράδι όπου στραγγαλίστηκε ο Ρήγας Φεραίος στα τέλη του 18αι. , ήταν Μάιος. Μόλις είχαν κόψει το χορτάρι δίπλα στον πύργο και μύριζε έντονα. Ξαφνικά μου κόπηκε η ανάσα. Συνειδητοποίησα ότι η μυρωδιά στη Νεμπόισα στο μνημείο του Ρήγα ήταν ίδια με αυτή του Βελεστίνου και ίδια με τη δική μας στη Λάρισα. Δεν έχω έρθει πιο κοντά στο Ρήγα από εκείνη τη μέρα. Ένιωσα – και δάκρυσα γι αυτό- ότι ο Ρήγας ως παιδί θα ένιωθε την ίδια μυρωδιά του κομμένου χόρτου με αυτή που μύριζα και εγώ ως παιδί στη Λάρισα από το διπλανό οικόπεδο. Και ίσως την ένιωθε και λίγο πριν εκτελεστεί…
Και σήμερα το ποτάμι στη Λάρισα μυρίζει όπως μύριζε το 1960…Όποτε περπατάω στο ποτάμι και στο Αλκαζάρ, νιώθω το ίδιο, όπως το 50 και το 60…
Που σας αρέσει να περπατάτε και να πηγαίνετε όταν έρχεστε στη Λάρισα;
Περνάω από αγαπημένα μέρη… από τον χώρο του πατρικού μου σπιτιού, το σχολείο μου, το Μουσείο Εθνικής Αντίστασης που το έχω συνδέσει με την θεία μου, Πόπη Βακάλη που ήταν Επονίτισσα και δούλεψε για την δημιουργία του, το Φρούριο που σαν πρόσκοποι κάναμε νυχτερινές εκπαιδεύσεις για να μάθουμε να αναγνωρίζουμε τα άστρα – αυτή η νυχτερινή καθαρή ατμόσφαιρα του τότε, με έχει σφραγίσει…
Μου αρέσει να περνάω από το ψητοπωλείο του θείου μου του Αδάμου στον πεζόδρομο της Πανός και ψάχνω πάντα λίγο πιο πέρα το οπλουργείο του Αρμένη που μου μάθαινε –τάχα- την τέχνη, γιατί μικρός ήθελα να γίνω οπλουργός. Κι ας ξέρω ότι δεν υπάρχει πια…
Η πόλη είναι για μένα μνήμη ενεργή που σε ξαναφέρνει μπροστά στον εαυτό σου και σε αυτά που σε διαμόρφωσαν ως παιδί.

Νιώθω σαν ένας Λαρισαίος εν εξορία…
Τι είναι αυτό που τελικά κάνει κάποιο Λαρισαίο κ. Ευθυμίου;
Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο του Λαρισαίου είναι η ευθύτητά του. Ο Λαρισαίος είναι κοφτός και αυτό ίσως να μοιάζει με αγένεια. Αλλά δεν είναι. Εμείς οι Λαρισαίοι πάμε αμέσως στην ουσία, χωρίς ενδιάμεσες κοινωνικές κατασκευές και περικοκλάδες, αυτό που λέγαμε μικροί, «κόνξες». … θα σου πει για παράδειγμα κάποιος κατάμουτρα «μα καλά πως είσαι έτσι χάλια» αλλά αυτό το σχόλιο δεν κρύβει κακία και αγένεια, κρύβει νοιάξιμο. Μαθαίναμε ότι ο λόγος μας πρέπει να έχει αξία, ότι το πάν είναι το καλό σου όνομα, το «πρόσωπο» σου. Να είσαι καθαρός, να μην γίνονται κινήσεις πίσω από την πλάτη του άλλου και αυτό ήταν ο κώδικας τιμής που μας εμφύσησαν ως παιδιά στην Λάρισα.
Μόλις θυμήθηκα μια σχετική ιστορία…
Μια Κυριακή, όταν ήμουν ακόμη δημοσιογράφος στο «ΒΗΜΑ», ήμουν με την μητέρα μου στο εξοχικό μας σπίτι στα Λουτρά Ωραίας Ελένης Κορινθίας. Ο Κώστας Σημίτης, με τον οποίο είμασταν φίλοι, βρισκόταν στο δικό του εξοχικό στους Αγίους Θεοδώρους και με προσκάλεσε τηλεφωνικά να πάω για καφέ. Αλλωστε είναι δέκα λεπτά απόσταση. Η μητέρα μου άκουσε το τηλεφώνημα και μου λέει «Πέτρο, τώρα που θα πας στον Πρωθυπουργό, θέλω να του εξηγήσεις σε παρακαλώ, ότι εμείς οι παλιές Λαρισαίες δεν έχουμε καμιά σχέση μ αυτά τα αίσχη που ακούγονται. Αν τυχόν είναι αλήθεια, δεν είναι Λαρισαίες αυτές. Εχουν έλθει από αλλού, από χωριά, δεν είναι πάντως παλιές Λαρισαίες.. .». Μόλις είχε σκάσει στη Λάρισα το ροζ σκάνδαλο με την γκαρσονιέρα στην Μανδηλαρά και η μητέρα μου ανησυχούσε για την εικόνα των Λαρισαίων στα μάτια του Σημίτη! «Δεν θα παραλείψω μάνα», της είπα… Αλλά, ακόμα γελάω τρυφερά, σ αυτή την ανάμνηση…
Κυρίε Ευθυμίου, σας ευχαριστώ πραγματικά πολύ για αυτή τη συνέντευξη…
Εγώ σας ευχαριστώ κα Μποτσαροπούλου που ενεργοποιήσατε τη μνήμη μου…
Ο Πέτρος Ευθυμίου, πρώην Υπουργός, Ευρωβουλευτής, δημοσιογράφος και φιλόλογος καθηγητής, γεννήθηκε στη Λάρισα το 1950.. Το 1985 ανέλαβε καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Τύπου και Πληροφοριών του υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης, ενώ κατά το διάστημα μεταξύ 1982 και 1985 υπηρέτησε ως ειδικός σύμβουλος επί εκπαιδευτικών θεμάτων, στο υφυπουργείο Νέας Γενιάς και Αθλητισμού. Το 1999 εξελέγη ευρωβουλευτής (μέλος της Σοσιαλιστικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) και από τον Απρίλιο του 2000 έως το Μάρτιο του 2004 διετέλεσε υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Το 2010-2012 εξελέγη Πρόεδρος της Κ.Σ. του Οργανισμού για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ). Το 2012-13 υπήρξε fellow του Weatherhead Center For International Affairs του School of Government του Harvard. Σήμερα είναι ερευνητής στον ανεξάρτητο οργανισμό έρευνας και ανάλυσης (thinktank) διαΝΕΟσις και πολιτικός συντάκτης στο περιοδικό Fortune. Πολιτικά, ασχολείται πλέον μόνο με την εκπροσώπηση του ΚΙΝΑΛ μαζί με τον Ανδρέα Λοβέρδο στο Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής.
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις