ΛΑΡΙΣΑΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ

Δημήτρης Μακρυγιάννης: «Είμαστε αυτό που τρώμε» – Τι να προσέξουν οι Λαρισαίοι στις Πασχαλινές αγορές

Συνέντευξη στον Λευτέρη Παπαστεργίου

Ο Δημήτρης Μακρυγιάννης είναι κρεοπώλης. Από μόνο του αυτό δεν θα μπορούσε να αποτελεί είδηση. Εκατοντάδες επαγγελματίες, μόνο μέσα στην πόλη της Λάρισας, κάνουν το ίδιο επάγγελμα. Ένα επάγγελμα που έχει άμεση σχέση με την διατροφή και την υγεία μας. Ούτε όμως και αυτό αποτελεί κάποια ξεχωριστή είδηση. Ο Δημήτρης είναι τέταρτη γενιά κρεοπώλη, αφού συνεχίζει την παράδοση του προπάππου του, του παππού του και του πατέρα του.

Στο κρεοπωλείο της οδού Λαγού 2 ο κύριος Μιχάλης, ο πατέρας του Δημήτρη τον παρακολουθεί με καμάρι. Ωστόσο, ακόμα δεν προκύπτει η είδηση, έστω κι αν πλησιάζοντας στις Άγιες ημέρες του Πάσχα, την κατάσταση στην αγορά και τις τιμές που διαμορφώνονται για το Πασχαλινό τραπέζι μπορεί να τις παρουσίασει μόνο ένας επαγγελματίας της αγοράς.

Ο Δημήτρης, 33 χρονών, γεννημένος, κυριολεκτικά, ανάμεσα στα ζώα και στην επεξεργασία τους, έχει εικόνες από τα μαγαζιά της οδού Πανός, τότε που οι επαγγελματίες της εποχής διατηρούσαν κρεοπωλεία-ταβέρνες. Αυτό που συνειδητοποίησε ο ίδιος, αναλαμβάνοντας τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης, είναι πως στις μέρες μας, για να πετύχεις θα πρέπει να διαφοροποιηθείς. Για τον λόγο αυτό αγόρασε μια φάρμα, η οποία βρίσκεται στα Δελέρια της επαρχίας Τυρνάβου, ψηλά στο βουνό, εκεί όπου η πραγματικότητα είναι ο πλέον αδιάψευστος μάρτυρας και η απάντηση στο ερώτημα «γιατί η ελληνική κτηνοτροφία αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα».

«Όταν αγοράσαμε την φάρμα μας, στο μέρος εκεί δεν υπήρχε ούτε νερό, ούτε ρεύμα. Για μεγάλο διάστημα κουβαλούσαμε το νερό, που είναι απαραίτητο για την εκτροφή των ζώων μας, με δικό μας όχημα. Στην περίπτωση που έβρεχε ή που είχε χιόνι, έπρεπε να παίρνουμε φόρα και να ανεβαίνουμε τις ανηφόρες με ταχύτητα, ειδάλλως κινδυνεύαμε να κολλήσουμε στην λάσπη. Κι’ όλα αυτά για να στηρίξουμε την επένδυσή μας, το όνειρό μας…», μου εξηγεί ο ίδιος, χαμογελώντας, και όταν τον ρωτάω αν υπήρξαν στιγμές που το μετάνιωσε, μου απαντάει με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «Φυσικά! Αναρωτιόμασταν πολλές φορές αν αξίζει τον κόπο. Στην Ελλάδα το κράτος και οι τράπεζες είναι εχθροί, αντί να στηρίζουν έμπρακτα τους υγιείς επιχειρηματίες και τους γνώστες του αντικειμένου της επένδυσής τους, και όχι τους αεριτζήδες».

Ο ίδιος είναι επίσης μέλος των Ελλήνων Κρεοτεχνών, ενώ, πρόσφατα, συμμετείχε στον διαγωνισμό Κρεοπωλών που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, εκεί όπου μπροστά σε Γάλλους ειδικούς οι διαγωνιζόμενοι θα έπρεπε να πιστοποιήσουν τις γνώσεις, τη φαντασία και τις ικανότητές τους. Βρέθηκε στην τελική δεκάδα του διαγωνισμού, αναδεικνύοντας τα παρασκευάσματά του, αυτά που κοσμούν και τις βιτρίνες του δικού του κρεοπωλείου. Τον ρωτάω γιατί επέλεξε το επάγγελμα και τι είναι αυτό που χρειάζεται να διαθέτει ο επαγγελματίας κρεοπώλης σήμερα.

«Δεν θα μπορούσα να κάνω άλλο επάγγελμα. Έχω σπουδάσει Τεχνολόγος – Γεωπόνος και τις γνώσεις μου αυτές τις χρησιμοποιώ πλέον στην φάρμα της οικογένειας. Αυτό που χρειάζεται να διαθέτει σήμερα ο επαγγελματίας κρεοπώλης, πέραν των γνώσεων, κάτι που θεωρείται αυτονόητο, είναι συνείδηση και επαγγελματισμό, απέναντι στον πελάτη του», μου απαντά και του ζητάω να μου εξηγήσει γιατί μπήκε στη διαδικασία να κάνει επένδυση σε μια φάρμα.

«Πάντα έβλεπα φάρμες από μικρός και ήθελα να κάνω τη δική μου. Με τον τρόπο αυτό γνωρίζω απόλυτα τι κρέας δίνω στον πελάτη μου. Κάθε κομμάτι κρέατος που βρίσκεται στις βιτρίνες του μαγαζιού μου, γνωρίζω επ’ ακριβώς, όχι μόνο από ποιο ζώο μου προέρχεται, αλλά και πότε έγινε η σύλληψη του συγκεκριμένου ζώου!», μου εξηγεί.

«Γνωρίζει ο κόσμος να αγοράσει καλό κρέας;» τον ρωτάω και βλέπω τον πατέρα του, τον κύριο Μιχάλη να χαμογελάει. Παρεμβαίνει στην κουβέντα μας: «Υπάρχουν άνθρωποι που γνωρίζουν, και οι περισσότεροι, μάλλον, που δεν γνωρίζουν. Ωστόσο αυτό που χρειάζεται να έχει ο καταναλωτής, είναι εμπιστοσύνη στον επαγγελματία που θα του πουλήσει το κρέας που θα μαγειρέψει στο σπίτι».

Λόγω των ημερών προσπαθώ να πάρω μια γεύση από την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά, όσον αφορά τα ερίφια που πρόκειται να καταναλωθούν την ημέρα του Πάσχα. Θέλω να μάθω για τις περίφημες εισαγωγές, για τις τιμές, για την ποιότητα. Ο Δημήτρης είναι κάθετος.

«Αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια με τα σούπερ μάρκετ είναι ενδεικτικό του πως λειτουργεί η αγορά στην χώρα μας. Είναι αδύνατον να πουλάει κάποιος στις τιμές του δικού μας κόστους. Ο κόσμος είναι υποψιασμένος. Το καταλαβαίνει αλλά δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να ψωνίσει αυτό που πρέπει. Φυσικά, το μετανιώνει στο τραπέζι του.

Τα σούπερ μάρκετ δίνουν ένα δυνατό χτύπημα στην ελληνική κτηνοτροφία, καθώς οι παραγωγοί δεν παίρνουν τις τιμές που πρέπει. Επίσης θα πρέπει να σου πω ότι αυτό το διάστημα έχουν γίνει μεγάλες εξαγωγές, σε ποσότητες ελληνικού αρνιού, στις χώρες που γιορτάζουν το Καθολικό Πάσχα. Οι χώρες αυτές προτιμούν το ελληνικό αρνί, επειδή είναι το πιο γευστικό. Οι τιμές δεν έχουν καθοριστεί ακόμα λοιπόν. Τις επόμενες μέρες θα γνωρίζουμε με βεβαιότητα. Θεωρώ όμως και το λέω με κάποια επιφύλαξη, πως θα κυμανθούν από 7 ευρώ μέχρι 8,90 ευρώ, Να γνωρίζουν όμως όλοι  κάτι: αν δεν έρθουν αρνιά εισαγωγής στην χώρα, δεν θα φάνε όλοι οι Έλληνες αρνί το Πάσχα».

Του ζητάω, για το τέλος, μια συμβουλή στον καταναλωτή, που θα τρέξει αυτές τις μέρες στα κρεοπωλεία.

«Αυτό που πρέπει να ξέρουμε όλοι είναι πως είμαστε αυτό που τρώμε. Επίσης, και τα ζώα είναι αυτό που τρώνε. Αυτή είναι η αλυσίδα και όταν  παραβιάζεται τα αποτελέσματα δεν είναι καλά, πρωτίστως, για την υγεία μας, κάτι που σε τελική ανάλυση είναι το ζητούμενο. Ο καταναλωτής να ψάχνει και να εμπιστεύεται το επαγγελματία κρεοπώλη. Τότε μόνο θα έχει το κεφάλι του ήσυχο…»

Ανανεώνουμε το ραντεβού μας για μια επίσκεψη στην μονάδα του, εκεί που εκτρέφονται περίπου 150 αγελάδες ελευθέρας βοσκής. Κι αυτό γιατί από κοντά καταλαβαίνεις καλύτερα πως τίποτα δεν γίνεται τυχαία…

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις